Λίγο η καλοκαιρινή ραστώνη, λίγο οι εξελίξεις στα εθνικά ζητήματα, από κοντά η εξέλιξη της πανδημίας, αλλά, κυρίως, τα «φίλτρα» της «λίστας Πέτσα» για τη χρηματοδότηση των ΜΜΕ, κάλυψαν τη δημοσιοποίηση του Σχεδίου Ανάπτυξης για την Ελληνική Οικονομία της Επιτροπής Χρ. Πισσαρίδη (27.7.2020).

Εκτός από επιφανειακή προπαγάνδα φιλοκυβερνητικών ΜΜΕ, δυστυχώς, αυτοί που έπρεπε να διαβάσουν, να αναλύσουν και να αποκαλύψουν το περιεχόμενό της επέλεξαν την… εύλογη σιωπή! Αυτό διαπιστώνω όταν σε συζητήσεις σε τηλεόραση ή ραδιόφωνο ρωτώ τους συνομιλητές μου: «Διαβάσατε την έκθεση;». Ένα αμήχανο «ναι» η απάντησή τους και με όσα αναφέρουν μετά αποδεικνύουν το αντίθετο.

Σκοπός αυτού του κειμένου είναι να διασαφηνίσει και να αναλύσει (όσο είναι δυνατό) από απλές, τεχνικού τύπου, πληροφορίες μέχρι και σημαντικά στοιχεία. Βεβαίως, μετά το τέλος των διακοπών, είναι αναγκαίο πολιτικοί, κοινωνικοί και παραγωγικοί φορείς να θέσουν σε ανοικτό και τεκμηριωμένο διάλογο την έκθεση αυτή, ώστε να καταλάβει ο κάθε πολίτης το πραγματικό της περιεχόμενο. Διότι η έκθεση αυτή είναι στην ουσία τα προεόρτια των εξαγγελιών της κυβέρνησης για τα «Μνημόνια του κορονοϊού», στα οποία μας οδηγεί η πολιτική της.

1. Η έκθεση (σελ. 6) αναλύει χαρακτηριστικά και τάσεις της ελληνικής οικονομίας και εξετάζει τη μελλοντική της πορεία. Κάθε σοβαρός οικονομολόγος θα ανέμενε το στοιχειώδες, δηλαδή την ανάλυση για τις αιτίες της οικονομικής κρίσης, που οδήγησε τη χώρα στα πρόθυρα της χρεοκοπίας και την κοινωνία στα όριά της. Οι συντάκτες της έκθεσης δεν αφιερώνουν ούτε λίγες γραμμές στις αιτίες της κρίσης από τις πολιτικές ΝΔ – ΠΑΣΟΚ, που οδήγησαν τη χώρα στη μνημονιακή βαρβαρότητα. Και είναι απορίας άξιο πώς καθηγητές πανεπιστημίων, άνθρωποι της αγοράς, στελέχη πολυεθνικών κ.λπ. ξεχνούν (;) να αναλύσουν τις αιτίες της κρίσης! Όταν, μάλιστα, ανάμεσά τους υπάρχουν αρκετοί που υπηρέτησαν το τότε πολιτικό σύστημα από πολιτικές και υπηρεσιακές θέσεις και, βεβαίως, είναι συνυπεύθυνοι για το χάλι στο οποίο οδήγησαν τη χώρα, για το σύστημα διαπλοκής, διαφθοράς και προπαγάνδας που δημιούργησαν, ειδικά από το 2010 και μετά!

2. Η έκθεση είναι ενδιάμεση, δηλαδή ημιτελές κείμενο! Πώς είναι δυνατόν, όμως, ακόμη και πρωτοετής οικονομολόγος να συμπεριλαμβάνει (και πολύ ορθά) τα θέματα της κλιματικής αλλαγής και της ψηφιακής τεχνολογίας και να αποφεύγει μια ολιστική προσέγγιση στα κοινωνικά και οικονομικά ζητήματα, αναλύοντας το χθες, το σήμερα και προβλέποντας το αύριο;

3. Σοβαρό προβληματισμό προκαλεί η σύνθεση της επιτροπής. Βεβαίως και είναι πολιτική επιλογή να ορίζεις τέσσερις καθηγητές ΑΕΙ, με γνωστές απόψεις περί τα πολιτικά – οικονομικά, να συντάξουν μία έκθεση. Με ποιο δικαίωμα, όμως, η επιτροπή αυτή επιλέγει τους συνομιλητές της με μοναδικό κριτήριο την πολιτική τους καταγωγή (από ΝΔ και ΠΑΣΟΚ), την προϋπηρεσία τους στην προπαγάνδα της «ισχυρής Ελλάδας, του χρηματιστηρίου, των Ολυμπιακών Αγώνων, του συνεχούς δανεισμού, των ελλειμμάτων κ.λπ.»; Είναι γνωστοί και μη εξαιρετέοι οι αναφερόμενοι στη σελίδα 3 ως συνομιλητές της Επιτροπής και αν αδικώ κάποιον είμαι πρόθυμος να επανορθώσω, αφού, βεβαίως, απαντήσει αν συμφωνεί με τη έκθεση και τι έλεγε ο ίδιος την περίοδο που ΝΔ – ΠΑΣΟΚ οδηγούσαν τη χώρα στα βράχια. Με ποιο δικαίωμα, επίσης, η επιτροπή επιλέγει να απαξιώσει τους θεσμικούς συμβούλους της Πολιτείας, όπως είναι τα επιμελητήρια (ειδικά το οικονομικό και το εμπορικό), τα οποία δεν κλήθηκαν να συνεισφέρουν;

4. Ειδικά στα θέματα της φορολογίας αναμένουμε το τελικό κείμενο! Το σίγουρο είναι ότι από το αρχικό κείμενο οι συντάκτες δεν κρύβουν τη λογική τους. Από τη μείωση του ΕΝΦΙΑ στις μεγάλες και πολύ μεγάλες περιουσίες (σελ. 98) μέχρι και την πλήρη απουσία μέτρων για τη φοροδιαφυγή, το λαθρεμπόριο και τη διαφθορά. Ας διαβάσουν τις αντίστοιχες εκθέσεις της Τραπέζης της Ελλάδος και της ΕΕ για να καταλάβουν το έλλειμμα στο κείμενό τους, εκτός κι αν είναι επιλογή τους η μη αναφορά στο ζήτημα. Είναι αξιοσημείωτο, πάντως, ότι στη σελίδα 95 ανατρέπουν το αφήγημα της ΝΔ για την «υπερφορολόγηση» του ΣΥΡΙΖΑ, το οποίο, δυστυχώς, έπεισε μεγάλη μερίδα πολιτών (και με δικές μας ευθύνες και παραλείψεις).

Σύμφωνα με το διάγραμμα (σελ. 95), τα έσοδα από φόρους και εισφορές ήταν ως ποσοστό του ΑΕΠ στο 32% και αυξήθηκαν μέχρι το 2014 στο 36% (+4%). Επί ΣΥΡΙΖΑ έφτασαν, το 2018, στο 38,5% (+2,5%). Αυτά για αρχή και με τη δημοσιοποίηση της πλήρους έκθεσης θα επανέλθουμε αναλυτικά. Ελπίζω οποιοσδήποτε από τους συντάκτες-συμμετέχο­ντες στην έκθεση αυτή να τολμήσει τον δημοκρατικό, δημόσιο διάλογο σε οποιοδήποτε φιλικό προς την κυβέρνηση Μέσο Ενημέρωσης επιθυμεί!