ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟ DOCUMENTO

Στη ΔΕΘ ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας εξήγγειλε μέτρα υπέρ της μεσαίας τάξης και όχι υπέρ του υψηλότερου 1% της εισοδηματικής πυραμίδας, όπως είχε κάνει μια βδομάδα νωρίτερα ο Κυριάκος Μητσοτάκης, υποδεικνύοντας ότι ενόψει των πιθανών προώρων εκλογών η αξιωματική αντιπολίτευση προετοιμάζει επικοινωνιακή αντεπίθεση στον χώρο της μεσαίας τάξης.

Για τα μέτρα αυτά και το επιχείρημα περί «υπερφορολόγησης της μεσαίας τάξης από τον ΣΥΡΙΖΑ» το Documento έθεσε ερωτήματα στον αναπληρωτή τομεάρχη οικονομικών του ΣΥΡΙΖΑ και πρώην υπουργό Οικονομικών Τρύφωνα Αλεξιάδη, ο οποίος μας απάντησε ότι «η αδικία που υπέστη η μεσαία τάξη από τον ΣΥΡΙΖΑ αποτέλεσε επικοινωνιακή προπαγάνδα της ΝΔ που με τη βοήθεια των ΜΜΕ παρουσιάστηκε ως πραγματικότητα».

Στη ΔΕΘ είχαμε μια πολύ κεντρική αναφορά του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξη Τσίπρα στη μεσαία τάξη. Στόχος είναι να προσελκύσει ψηφοφόρους από τα μεσαία εισοδήματα που στις εκλογές του 2019 πήγαν προς τη ΝΔ;

Πιστεύω ότι την έκανε για να αναδείξει τη μεγάλη αντίφαση ανάμεσα στα μέτρα της ΝΔ που ευνοούν τα μεγάλα εισοδήματα και την επικοινωνιακή της ρητορική ότι δήθεν ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αδικήσει τη μεσαία τάξη. Από τον Δεκέμβριο του 2018 η ΝΔ λέει συνεχώς ότι αδικήσαμε τη μεσαία τάξη με «29 άδικους φόρους», αλλά μέσα σε αυτούς τους φόρους έβαζε π.χ. και το τέλος για την πλαστική σακούλα που το είχε ψηφίσει και η ίδια (!). Ετσι χτίστηκε μια προπαγάνδα περί της αδικίας που υπέστη η μεσαία τάξη από τον ΣΥΡΙΖΑ κι εγώ θεωρώ ότι όχι μόνο μερίδα πολιτών αλλά και στελεχών μας δεν την έχουν κατανοήσει, με αποτέλεσμα να μην έχουν καταφέρει να αποκρούσουν την επικοινωνιακή επίθεση της ΝΔ.Remaining Time-0:00FullscreenMute

Τα μέτρα που εξήγγειλε ο Μητσοτάκης στη ΔΕΘ, με πλέον χαρακτηριστικό τη φοροαπαλλαγή για μεταβίβαση περιουσίας έως 800.000 ευρώ, δεν αφορούν τη μεσαία τάξη – αφορούν τις μεγάλες περιουσίες και εισοδήματα. Αντίθετα, τα μέτρα που εξήγγειλε ο Τσίπρας στη ΔΕΘ, με πλέον χαρακτηριστικό τη μείωση της φορολογίας στα καύσιμα και στο πετρέλαιο θέρμανσης, αφορούν κυρίως τη μεσαία τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα. Αφορούν για παράδειγμα τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, γιατί π.χ. η μείωση του φόρου στην κίνηση θα μειώσει το κόστος παραγωγής και διακίνησης των προϊόντων τους και γιατί με τη μείωση του κόστους πετρελαίου θέρμανσης θα ξαναπάρουν μπροστά τα καλοριφέρ στις πολυκατοικίες και θα κινηθεί ένας ολόκληρος κλάδος, με συντηρητές, υδραυλικούς, προμηθευτές κ.λπ.

Θεωρείτε δηλαδή ότι η περίφημη υπερφορολόγηση της μεσαίας τάξης από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ είναι επικοινωνιακός μύθος της ΝΔ;

Προπαγάνδα της ΝΔ, που με τη βοήθεια μέρους των μέσων ενημέρωσης παρουσιάζεται ως πραγματικότητα. Εχω καταθέσει πολλάκις στη Βουλή σχετικά στοιχεία και ανάγκασα τον κ. Σταϊκούρα (29.11.2019) να παραδεχτεί πως οι κυβερνήσεις ΝΔ – ΠΑΣΟΚ το 2010-14 επέβαλαν φορολογικά μέτρα 45 δισ. ευρώ ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ μόνο 10 δισ. ευρώ. Από πού προκύπτει λοιπόν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε υπερφορολόγηση; Και επιπλέον έχει σημασία από πού αύξησε η κάθε κυβέρνηση τα φορολογικά έσοδα. Εμείς προχωρήσαμε με δράσεις κατά της φοροδιαφυγής, κατά του λαθρεμπορίου, επιδιώξαμε να πάρουμε χρήματα από τις λίστες που είχαν θαμμένες κ.λπ. Σε κάθε περίπτωση, προκαλώ δημόσια τη ΝΔ από τον Ιούλιο του 2019 σε λεπτομερή δημόσιο διάλογο για όλα αυτά, κάτι που δεν τολμά κανείς τους να κάνει μέχρι και σήμερα.

Για να κάνω πάντως τον δικηγόρο του διαβόλου, η ΝΔ μεταξύ άλλων λέει –κι ως έναν βαθμό ισχύει, γι’ αυτό πείθει– ότι η πολιτική της φορολογίας εισοδήματος και ασφαλιστικών εισφορών με τις πολύ προοδευτικές κλίμακες που θέσπισε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ για ελεύθερους επαγγελματίες κι επιστήμονες επιβάρυνε πολύ τα εισοδήματα άνω των 30.000 ευρώ.

Να θυμηθούμε τι ακριβώς είχε γίνει με τις ασφαλιστικές εισφορές. Οι ελεύθεροι επαγγελματίες έως το 2015 πλήρωναν εισφορές με το σύστημα των κλάσεων, όλοι τα ίδια ποσά ανεξαρτήτως εσόδων, κι όσοι δεν τα κατάφερναν κατέληγαν να χρωστάνε στο ασφαλιστικό τους ταμείο. Ο ΣΥΡΙΖΑ άλλαξε το σύστημα των ασφαλιστικών εισφορών ώστε να πληρώνουν αναλογικά λιγότερο όσοι είχαν χαμηλότερα εισοδήματα, όπως κάνουν κι άλλες ευρωπαϊκές χώρες και όπως ορίζει το σύνταγμα. Το αποτέλεσμα ήταν τα χαμηλότερα και μεσαία εισοδήματα έως τις 25.000-30.000 ευρώ με το δικό μας σύστημα να πληρώνουν αναλογικά λιγότερα και τα υψηλότερα εισοδήματα να πληρώνουν περισσότερα.

Εμείς είχαμε μάλιστα καθιερώσει κατώτατη ασφαλιστική εισφορά 180 ευρώ και η ΝΔ την αύξησε σε 220 ευρώ αλλά δεν άκουσα κανέναν να το λέει. Είναι αλήθεια ότι ο συνδυασμός των ασφαλιστικών εισφορών και της φορολογίας επιβάρυνε πολύ τα εισοδήματα άνω των 30.000 ευρώ κι εκεί ίσως έπρεπε να έχουν γίνει κάποιες διορθωτικές κινήσεις. Είναι όμως και γεγονός ότι τα χαμηλά και τα μεσαία εισοδήματα ωφελήθηκαν από τη φορολογία και το σύστημα εισφορών του ΣΥΡΙΖΑ και πάνω από το 80% των ελεύθερων επαγγελματιών και των αυτοαπασχολουμένων πλήρωσε λιγότερα.

Αναρωτιέμαι λοιπόν αν θα ορίζατε ως κατώφλι της μεσαίας τάξης ένα εισόδημα ως τις 30.000 ευρώ.

Δεν μπορούμε να το πούμε αυτό. Για να γίνει συζήτηση για τη μεσαία τάξη χρειάζεται προηγουμένως σοβαρή συζήτηση για το πώς ορίζουμε το εισόδημα, σε ατομική ή οικογενειακή βάση. Μια μονογονεϊκή οικογένεια με δύο παιδιά και 15.000 εισόδημα που πληρώνει νοίκι δεν τα βγάζει πέρα. Αντίθετα, οικογένεια με δύο άτομα χωρίς παιδιά και δικό της σπίτι με οικογενειακό εισόδημα 70.000 σίγουρα δεν ανήκει στα χαμηλά εισοδήματα και ας αναρωτηθούμε πόσες οικογένειες με ετήσιο εισόδημα 60.000 ως 150.000 ευρώ έχουμε στον περίγυρό μας. Είναι πολύ πρόχειρο να ορίσει κάποιος κατώφλι για τα μεσαία εισοδήματα προτού οριστεί κάποιο κριτήριο για το ατομικό ή το οικογενειακό εισόδημα.

Σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες ορίζουν το εισόδημα σε οικογενειακή βάση για να ασκούν σωστά κοινωνική πολιτική. Και ανάλογα πρέπει να τεθεί η συζήτηση για τους φόρους περιουσίας, γιατί π.χ. η πρώτη κατοικία είναι βασικό αγαθό κι όπως έχεις αφορολόγητο στο εισόδημα, πρέπει να έχεις αφορολόγητο για την πρώτη κατοικία ως ένα επίπεδο (π.χ. 150.000) στον ΕΝΦΙΑ.

Και τελικά είναι ένα ερώτημα πώς ξαφνικά βλέπουμε τη συζήτηση για φοροεπιβαρύνσεις ή φοροελαφρύνσεις να αποκόπτεται από το δημοσιονομικό πλαίσιο. Ο ΣΥΡΙΖΑ αύξησε τα φορολογικά έσοδα για να βγάλει πρωτογενή πλεονάσματα και να φτιάξει το μαξιλάρι κεφαλαίων – που έσωσε τη ΝΔ όταν ήρθε η πανδημία. Η ΝΔ φέρνει τώρα φοροαπαλλαγές εν μέσω τεράστιων δημοσιονομικών ελλειμμάτων, που γίνονται ανεκτά από τους ξένους λόγω της πανδημίας αλλά αυξάνουν το δημόσιο χρέος και θα βάλουν τη χώρα σε περιπέτειες αύριο.

Το 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ είχε να αντιμετωπίσει τη φωτιά στο δάσος και χρησιμοποίησε μια μεθοδολογία για να ρυθμίσει το χρέος και να βγάλει τη χώρα από τα μνημόνια, ώστε να δανείζεται μόνη της στις αγορές. Γι’ αυτό θέλαμε εμείς πλεονάσματα και δημιουργήσαμε το μαξιλάρι των 37 δισ. ευρώ, γιατί τα μνημόνια συνοδεύονται με περιοριστικά μέτρα κι εμείς δεν θέλαμε περιοριστικά μέτρα. Αντίθετα, η ΝΔ δεν έχει πρόβλημα με τις περιοριστικές πολιτικές. Και βλέπουμε τώρα την κυβέρνηση της ΝΔ ―η οποία αντί να αντιμετωπίζει τη φωτιά, κάνει περίπατο στο δάσος― να ασκεί κριτική. Και με δημοσιονομικά ελλείμματα 20 δισ. ευρώ το 2020 και άλλα 20 δισ. ευρώ το 2021 να προχωρά σε άδικες μειώσεις φόρων.

Γιατί δεν είναι μόνο να κάνεις μειώσεις φόρων, αλλά τι μειώσεις κάνεις. Κι εμείς περάσαμε μειώσεις φόρων το 2019, αλλά μειώσαμε αναλογικά περισσότερο τον ΕΝΦΙΑ για τις μικρές περιουσίες και η ΝΔ το άλλαξε, μειώνοντας τον ΕΝΦΙΑ κυρίως στις πολύ μεγάλες περιουσίες άνω του 1 εκατ. ευρώ, με κόστος 25 εκατ. ευρώ για τον προϋπολογισμό. Τα μέτρα Μητσοτάκη στη ΔΕΘ μειώνουν π.χ. τους φόρους στους συντελεστές κερδών, ενώ θα μπορούσαν να μειώσουν π.χ. την έμμεση φορολογία, ενισχύοντας έτσι την ανταγωνιστικότητα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και του ελληνικού τουρισμού.