«Από τα μέτρα που εφαρμόζουμε ο κόσμος θα έχει όφελος στην τσέπη του 4 δισ. για το διάστημα από τον Νοέμβριο του 2018 μέχρι τον Αύγουστο του 2019», επισημαίνει μιλώντας στους NewTimes (https://newtimes.gr/tryfon-aleksiadis/) o συντονιστής οικονομικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ κ. Τρύφων Αλεξιάδης. Μας πληροφορεί, δε, ότι στα μέτρα που προτίθεται να εφαρμόσει περαιτέρω η κυβέρνηση είναι και η επιδότηση δόσης στεγαστικού δανείου για όσους δεν μπορούν να αποπληρώσουν δάνειο πρώτης κατοικίας. Σχολιάζοντας τους ισχυρισμούς της αξιωματικής αντιπολίτευσης περί παροχολογίας όσο προχωράμε προς τις εκλογές, ο κ. Αλεξιάδης διερωτάται ποια  από τα μέτρα κοινωνικής πολιτικής που εφαρμόζει η υπάρχουσα κυβέρνηση θα καταργήσει η Ν.Δ. αν έρθει στην εξουσία.

Σχετικά με το μεγάλο πρόβλημα της υψηλής φορολογίας, ο κ. Αλεξιάδης τονίζει ότι έγιναν και θα γίνουν και άλλες παρεμβάσεις στο φορολογικό σύστημα, με πιο εμβληματική τη μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 260 εκατ., αλλά και τη μείωση του συντελεστή από το 29% στο 25% σταδιακά μέχρι το 2022.

Οσον αφορά στην πολυσυζητημένη Συνθήκη των Πρεσπών, ο κ. Αλεξιάδης στη συνέντευξή του, το πλήρες κείμενο της οποία ακολουθεί, τονίζει ότι «αυτή η συμφωνία λύνει προβλήματα δεκαετιών και λύνει οριστικά ένα πρόβλημα με μια χώρα στα βόρεια σύνορά μας». 

Ας ξεκινήσουμε τη συζήτησή μας με το μεγάλο θέμα που ακούει στο όνομα «Βόρεια Μακεδονία». Θα ήθελα να μου πείτε τι απαντάτε στο επιχείρημα ότι η επιλογή αυτή έγινε χωρίς σκληρή διαπραγμάτευση και ότι κάναμε παραχωρήσεις που δεν χρειάζονταν, χωρίς να έχουμε κάποιο σημαντικό όφελος.

Κύριε Κτενά, αυτή η κυβέρνηση έχει κάνει επιλογές σε πάρα πολλά ζητήματα, όπως το ασφαλιστικό, το φορολογικό, το θέμα του προβλήματος με το γειτονικό κράτος, την πΓΔΜ. Η κυβέρνηση αυτή έχει επιλέξει να μην κρύβει τα προβλήματα κάτω από το χαλί αλλά να τα λύνει. Θα μπορούσαμε και εμείς να κάνουμε αυτό που έκαναν οι προηγούμενες κυβερνήσεις σχεδόν 30 χρόνια, να μη λύσουμε, δηλαδή, το πρόβλημα και να το μεταφέρουμε σε μια επόμενη κυβέρνηση. Εμείς επιλέγουμε με κριτήριο τι είναι καλό για τη χώρα και όχι τι είναι καλό για τον ΣΥΡΙΖΑ. Μάλιστα κάποιοι θα μπορούσαν να πουν ότι αυτή η επιλογή ενδέχεται να μας δημιουργήσει και προβλήματα. Έτσι, λοιπόν, με κριτήριο τι είναι καλό για τη χώρα έγινε μια πολύ σκληρή διαπραγμάτευση και αυτό αποδεικνύεται από αυτά που πήραμε. Αυτή η συμφωνία λύνει προβλήματα δεκαετιών και λύνει οριστικά ένα πρόβλημα με μια χώρα στα βόρεια σύνορά μας, η οποία χωρίς αυτή τη συμφωνία θα είχε προβλήματα στις σχέσεις της με την Αλβανία και τη Βουλγαρία. Κυρίως όμως χωρίς αυτή τη συμφωνία θα είχαμε εμείς ως χώρα πρόβλημα και λόγω της διείσδυσης της Τουρκίας στη συγκεκριμένη χώρα. Άρα, με όρους εθνικού συμφέροντος, κάναμε το καλύτερο δυνατόν. Τώρα, όσον αφορά στην κριτική για το αν κάναμε σκληρή διαπραγμάτευση ή όχι, έχω να πω ότι αυτοί που τα λένε ξεχνούν τι έκαναν για το θέμα αυτό οι κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. τα προηγούμενα χρόνια, γιατί εμείς δεν ξεκινήσαμε από το σημείο μηδέν. Ξεκινήσαμε από το ότι η γειτονική χώρα είχε αναγνωριστεί ως πΓΔΜ. Δεύτερον, 130 και πλέον χώρες, μεταξύ των οποίων πολύ μεγάλες οικονομικές δυνάμεις και σύμμαχες προς την Ελλάδα χώρες, είχαν αναγνωρίσει τη γειτονική χώρα ως Μακεδονία – αυτό το πήραμε πίσω και το γλιτώσαμε.  

Δηλαδή, ξεκινήσατε τη διαπραγμάτευση όταν ήδη αυτό το όνομα ήταν δεδομένο;

Ακριβώς. Ξεκινήσαμε τη διαπραγμάτευση από ένα σημείο κατά το οποίο από πλευράς της γειτονικής χώρας είχε κατοχυρωθεί μια λογική αλυτρωτισμού. Κατορθώσαμε όλα αυτά τα θέματα, δηλαδή την  αναφορά τους στην αρχαία ελληνική ιστορία, στους Μακεδόνες, στον Φίλιππο, στον Αλέξανδρο, να τα κλείσουμε με τη συμφωνία. Επίσης, όλοι αυτοί που μας κουνούν το δάχτυλο ας μας πουν τι ψήφιζαν όταν περνούσαν από την Ελληνική Βουλή προγραμματικές δηλώσεις κυβέρνησης Καραμανλή με υπουργό Εξωτερικών Μπακογιάννη το 2007, προγραμματικές δηλώσεις κυβέρνησης Σαμαρά με υπουργό Εξωτερικών Αβραμόπουλο το 2012 για «σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό και χρήση έναντι όλων». Επίσης, στη γενική συνέλευση του ΟΗΕ το 2014, ο υπουργός Εξωτερικών και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Σαμαρά κ. Ευάγγελος Βενιζέλος σημείωνε ότι «προτείνουμε μια αμοιβαία σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό πριν από τη λέξη Μακεδονία». Είναι λοιπόν προκλητικό αυτοί που έφεραν τη χώρα σε αυτήν την κατάσταση σε σχέση με τη γειτονική χώρα σήμερα να κατηγορούν εμάς. 

Επομένως είναι πολύ σημαντικό ότι αυτή η συμφωνία λύνει προβλήματα που είχαμε με μια γειτονική μας χώρα – και μάλιστα σε μια πολύ ευαίσθητη περιοχή. Παράλληλα, δίνει τη δυνατότητα στη χώρα μας να αποδεικνύει στην Ευρώπη ότι είναι ο παράγων σταθερότητας και ότι είναι η χώρα η οποία, παρά τα μνημόνια και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει, λύνει προβλήματα με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι αυτό που κάναμε το στηρίζει όλη η Ε.Ε. 

Σε επίπεδο οικονομικών ωφελημάτων, τι μπορούμε να περιμένουμε από αυτήν τη συμφωνία; 

Θα μπορούσαν να σας απαντήσουν σε αυτό το θέμα πάρα πολλοί επιχειρηματίες της Βορείου Ελλάδος, οι οποίοι, αν και προέρχονται από άλλους πολιτικούς χώρους και πολιτικά δεν είναι ΣΥΡΙΖΑ, στηρίζουν τη συμφωνία. Και τη στηρίζουν διότι βλέπουν ότι δημιουργείται τόσο σε σχέση με τη γειτονική χώρα όσο και με τις άλλες χώρες μια δυνατότητα συνανάπτυξης.

Όσον αφορά στο θέμα με τα εμπορικά σήματα, θέμα για το οποίο υπάρχει αγωνία από πλευράς των επιχειρηματιών, τι έχετε να πείτε;

Πώς πουλιόταν ένα προϊόν από τη γειτονική χώρα μέχρι χθες στην Κίνα, στη Ρωσία ή στις ΗΠΑ; Πουλιόταν, για παράδειγμα, ως μακεδονικός χαλβάς ή ως μακεδονικό τυρί ή κρασί. Αναφέρω τι υπήρχε μέχρι χθες. Αυτό το θέμα λοιπόν θα αντιμετωπιστεί από την κοινή επιτροπή που θα γίνει και από την επανεξέταση. Δεν είναι κάτι πολύ εύκολο, δεν είναι κάτι που θα γίνει άμεσα, είναι κάτι που θα γίνει σε βάθος χρόνου. Αλλά ξεκινάμε από το ότι θα αλλάξει αυτό που ισχύει τώρα. Εγώ δεν λέω ότι τα πάντα είναι όμορφα και άψογα, αλλά δώσαμε την καλύτερη δυνατή λύση. Όσο για τη γλώσσα, δυστυχώς η χώρα μας από τη δεκαετία του ’70 αναγνώρισε τη μακεδονική γλώσσα.

Ας έρθουμε τώρα σε ένα άλλο θέμα, αυτό που αφορά στην έξοδο της χώρας μας στις αγορές. Από την πλευρά της Ν.Δ. τέθηκε το επιχείρημα ότι σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες που αντιμετώπισαν αντίστοιχες καταστάσεις βγήκαμε στις αγορές με πολύ υψηλό επιτόκιο. Τι  έχετε να πείτε γι’ αυτό; 

Κύριε Κτενά, προτού διοριστώ το 1987 στο υπουργείο Οικονομικών εργαζόμουν στον ιδιωτικό τομέα. Από το δεύτερο έτος στην ΑΣΟΕ, το 1980, παρακολουθούσα τα τεκταινόμενα στο υπουργείο Οικονομικών. Γνωρίζω λοιπόν πρόσωπα και καταστάσεις. Γνωρίζω ότι η Ν.Δ. έχει ικανότατα στελέχη στον χώρο του υπουργείου Οικονομικών και μου κάνει εντύπωση ότι αυτό το κόμμα, με αυτά τα ικανά στελέχη χρησιμοποιεί τέτοια επιχειρήματα. Ειδικά όσον αφορά στη σύγκριση της Ελλάδας με τις άλλες χώρες στο θέμα της εξόδου στις αγορές, η Ν.Δ. ή δεν άκουσε τα στελέχη της ή επέλεξε τον πολιτικό φανατισμό και τις ακρότητες αντί να δειτα οικονομικά δεδομένα. Διότι στην οικονομία υπάρχουν τα νούμερα, που είναι δεδομένα. Πάμε να δούμε λοιπόν το «δώρο» που έκανε η Ν.Δ. στον ΣΥΡΙΖΑ σε σχέση με την έξοδο στις αγορές. Μας λένε ότι δεν πήγε καλά η έξοδος. Συγκεκριμένα ζητήσαμε 2,5 δισ., πήγαμε στα 10 δισ. ως προσφορά και σε ό,τι αφορά το χαρακτηριστικό αυτών που συμμετείχαν, μόνο το 8% ήταν κερδοσκοπικά κεφάλαια, τα λεγόμενα hedgefunds. Το υπόλοιπο ποσοστό των συμμετεχόντων ήταν σοβαροί επενδυτές. Πάμε όμως στη σύγκριση που κάνουν για το αν εμείς βγήκαμε σωστά στις αγορές σε σχέση με τις άλλες χώρες. Πρώτα απ’ όλα, ξεχνούν κάτι βασικό, ότι οι άλλες χώρες σε σχέση με εμάς έμειναν πολύ μικρότερο χρονικό διάστημα σε μνημόνιο. Αν συγκρίνουμε επίσης τι επιτόκια είχαμε εμείς όταν βγήκαμε από το μνημόνιο και τι οι άλλες χώρες όταν βγήκαν από το μνημόνιο, θα δούμε ότι η Ν.Δ. είναι ή άσχετη ή επικίνδυνη για τη χώρα! Λέω λοιπόν τα δεδομένα: η Πορτογαλία βγήκε από το μνημόνιο στις αγορές το 2011 με πενταετές ομόλογο, με απόδοση στο 4,89%. Η Κύπρος, όταν βγήκε από το πρόγραμμα, το επιτόκιο διαμορφώθηκε στο 4,75%. Άρα η σύγκριση είναι ανόμοια. Συγκρίνουν χώρες οι οποίες έχουν βγει από το μνημόνιο έως και 5 χρόνια πριν από εμάς. Eπίσης, θέλω να επισημάνω το γεγονός ότι συμμετείχε μόνο 8% κερδοσκοπικών κεφαλαίων γιατί σε προηγούμενες εκδόσεις ομολόγων είχαμε 25%- 33% από κερδοσκοπικά κεφάλαια hedgefunds. Είναι πρωτοφανές η Ν.Δ. να κάνει τέτοιες συγκρίσεις. 

Τι σηματοδοτεί αυτή η έξοδος για την οικονομία;

Εγώ και εσείς μπορούμε να λέμε ό,τι θέλουμε. Το θέμα είναι τι λένε οι αγορές. Οι αγορές απέδειξαν ότι εμπιστεύονται μια χώρα που βγήκε από το μνημόνιο και αφού η Ν.Δ. θέλει τη σύγκριση, οι αγορές έδωσαν στη χώρα μας το καλύτερο επιτόκιο σε σχέση με άλλες.

Κόκκινα δάνεια, ληξιπρόθεσμες οφειλές, πρώτη κατοικία. Ποια η δική σας άποψη γι’ αυτά τα θέματα, ποια η επιδίωξη και πόσο ομαλά θα κλείσουν οι σχετικές συζητήσεις με τους θεσμούς; 

Καταρχάς, να πούμε ότι σχετικά με τα κόκκινα δάνεια και το θέμα της πρώτης κατοικίας παραλάβαμε μια κατάσταση συγκεκριμένη. Τα στοιχεία όμως που δόθηκαν πριν από λίγες ημέρες από τα αρμόδια υπουργεία δείχνουν ότι τα κόκκινα δάνεια είναι τώρα σε καλύτερη κατάσταση στην Ελλάδα από ό,τι ήταν όταν παραλάβαμε.

Εξακολουθεί να είναι όμως ένα μεγάλο πρόβλημα… 

Ένα πρόβλημα που εμείς το κληρονομήσαμε. Εμείς ως κυβέρνηση έχουμε να μιλήσουμε στους πολίτες και να συζητήσουμε για το πώς διαχειριστήκαμε προβλήματα που βρήκαμε. Το ΠΑΣΟΚ και η Ν.Δ. πρέπει να εξηγήσουν στους πολίτες πώς δημιούργησαν το πρόβλημα και πώς το διαχειρίστηκαν. Όσον αφορά τώρα στην πρώτη κατοικία, δεν ισχύει αυτό που λένε διάφοροι ότι η πρώτη κατοικία βγαίνει σε πλειστηριασμό. Δεν έχει βγει καμία πρώτη κατοικία σε πλειστηριασμό και το θεσμικό πλαίσιο που εμείς καταφέραμε να δημιουργήσουμε (είτε με την τροποποίηση του Νόμου Κατσέλη από τον Σταθάκη, είτε με τον εξωδικαστικό συμβιβασμό, είτε με τις τελευταίες ρυθμίσεις), προστατεύει την πρώτη λαϊκή κατοικία. Δεν θα υπερασπιστούμε την κατοικία του στελέχους ΜΜΕ που βγήκε πρόσφατα σε πλειστηριασμό για 12 εκατ. ευρώ, η οποία μπορεί να έχει δηλωθεί ως πρώτη κατοικία – δεν θα την προστατεύσουμε. Θα προστατεύσουμε την πρώτη λαϊκή κατοικία και αυτό το κάνουμε με επιτυχία γνωρίζοντας και τα προβλήματα που έχουν οι τράπεζες. Σε ό,τι αφορά τα ληξιπρόθεσμα, και αυτό συμβαίνει από συστάσεως του ελληνικού κράτους, αυξάνονται και ποτέ δεν μειώνονται. Η ουσία βρίσκεται στον ρυθμό αύξησης των ληξιπροθέσμων. Αν συγκρίνουμε την περίοδο 2000-2014 με την περίοδο από το 2015 και μετά, βλέπουμε ότι από το 2015 και μετά ο ρυθμός αυτός είναι πιο μικρός. Εγώ έχω καταθέσει τα σχετικά στοιχεία στη Βουλή για το διάστημα μέχρι και τον Οκτώβριο του 2016, οπότε έφυγα από το υπουργείο, και μπορεί κάποιος να τα δει. Τα ληξιπρόθεσμα βεβαίως και αυξάνονται, αλλά όχι με τον ρυθμό που μας κατηγορεί η Ν.Δ. Τελευταία παρουσιάζεται μια αύξηση των ληξιπρόθεσμων και τούτο διότι κάποιοι, περιμένοντας τις νέες ρυθμίσεις, δυστυχώς έχουν αφήσει την πληρωμή των ληξιπροθέσμων. Γενικά, όμως, τα ληξιπρόθεσμα δεν ανταποκρίνονται σε αυτό που λένε. Και ένα τελευταίο στοιχείο: μας λένε ότι υπάρχει πρόβλημα στην αγορά γι’ αυτό αυξάνονται τα ληξιπρόθεσμα. Εγώ θέλω να ρωτήσω αυτούς που το υποστηρίζουν πώς γίνεται από τη μια πλευρά να ισχύει αυτό και από την άλλη στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος που γνωστοποιήθηκαν να δείχνουν ότι αυξήθηκαν τον Δεκέμβριο οι καταθέσεις 862 εκατ. από τις επιχειρήσεις και 2,3 δισ. από τα νοικοκυριά. Αυτό λοιπόν πώς συμβαδίζει με την εικόνα διάλυσης που θέλουν να δείξουν Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ;

Θα ήθελα να σταθούμε στο θέμα της φορολογίας των επιχειρήσεων. Υποστηρίζεται ότι στην Ελλάδα η φορολογία είναι πολύ υψηλότερη από τον μέσο όρο των 76 χωρών του ΟΟΣΑ. Δηλαδή, ενώ ο μέσος όρος είναι 21,4%, στην Ελλάδα η φορολογία είναι 29%. Γι’ αυτό τι λέτε και πώς μπορεί να δοθεί μια διέξοδος;

Πρέπει να συγκρίνουμε τα πραγματικά οικονομικά δεδομένα και όχι να μιλήσουμε με βάση διάφορες ιδεοληψίες ή διάφορους φανατισμούς. Το protothema.gr -και λέω αυτό για να μη μου πει κάποιος ότι θέλει να ευνοήσει την κυβέρνηση- έχει δημοσιοποιήσει τον πίνακα 3.1 για τη συνολική επιβάρυνση των εσόδων σε σχέση με το ΑΕΠ από την τελευταία έκθεση του ΟΟΣΑ. Εάν κάποιος δει τον πίνακα, θα διαπιστώσει ότι στην Ελλάδα το σύνολο των εσόδων (φορολογικά έσοδα, ασφαλιστικά έσοδα και υπόλοιπα έσοδα για το Δημόσιο) είναι στο 39,4% του ΑΕΠ. Αν όμως κάνουμε τη σύγκρισημε με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, θα δούμε ότι το αντίστοιχο ποσοστό είναι υψηλότερο. Για παράδειγμα, στην Αυστρία είναι 41,8%, στο Βέλγιο 44,6%, στη Δανία 46%, στη Φινλανδία 43%,στη  Γαλλία 46%. Βεβαίως υπάρχουν και χώρες στις οποίες είναι λιγότερο από το 39%. Δεν ισχύει λοιπόν αυτό που λένε ότι εμείς έχουμε μεγαλύτερη επιβάρυνση σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το πρόβλημα που έχουμε στην Ελλάδα είναι η άδικη κατανομή των φόρων, δηλαδή έχουμε επιχειρηματικές δραστηριότητες που επιβαρύνονται πάρα πολύ και άλλες πολύ λίγο. Έχουμε μεγάλο ποσοστό φοροδιαφυγής, καθώς και μεγάλο ποσοστό λαθρεμπορίου και διαφθοράς. Φοροδιαφυγή, λαθρεμπόριο και διαφθορά κοστίζουν κάθε χρόνο περίπου 15 δισ. στο Ελληνικό Δημόσιο, όταν το σύνολο των εσόδων που έχει στόχο να εισπράξει είναι στα 50 δισ. Άρα χάνουμε πάρα πολλά έσοδα. 

Ωστόσο, ότι το 29% είναι υψηλός συντελεστής φορολογίας αποδεικνύεται και από το ότι η ίδια η κυβέρνηση αποφάσισε να το μειώσει.

Έγιναν και θα γίνουν και άλλες παρεμβάσεις στο φορολογικό σύστημα, με πιο εμβληματική τη μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 260 εκατ. Επίσης, προχωρήσαμε στη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών των αγροτών και ελεύθερων επαγγελματιών κατά 177 εκατ., στην επιδότηση ασφαλιστικών εισφορών νέων κατά 50 εκατ., στη μείωση του συντελεστή από το 29% στο 25% σταδιακά μέχρι το ’22, στη μείωση 5 μονάδων φορολογικού συντελεστή διανεμημένων κερδών και σε άλλα. Εμείς λοιπόν, επειδή είδαμε το πρόβλημα, προχωρήσαμε σε αυτές τις παρεμβάσεις. Αγανακτώ όμως πολιτικά όταν έρχονται πολιτικές δυνάμεις που πήραν τους φόρους στην περιουσία, από περίπου 700 εκατ. τον χρόνο πριν από το 2010, και τους πήγαν στα 3,4 δις!

Πάντως, τα σπίτια δεν τα πήρε η Αριστερά, αυτό είναι βέβαιο.

Δεν τα πήρε η Αριστερά, ούτε έχουμε κατά νου κάτι τέτοιο. Αυτοί αύξησαν πάρα πολύ τη φορολογία ενώ εμείς μειώσαμε από το 2015 και μετά έστω και λίγο τον ΕΝΦΙΑ -πάντως δεν τον αυξήσαμε- και το 2019 θα έχουμε μια πολύ μεγάλη μείωση της τάξης των 260 εκατ. Εκτός από το απόλυτο μέγεθος, αν δούμε το περιεχόμενο της μείωσης, θα διαπιστώσουμε -και αυτά είναι στοιχεία που δημοσίευσε η «Καθημερινή»- ότι η μείωση που θα γίνει από εμάς αφορά χαμηλές και μεσαίες περιουσίες, ενώ η μείωση που προτείνει η Ν.Δ. ωφελεί κυρίως τους πολύ πλούσιους. Καλά κάνει βέβαια η Ν.Δ. και το λέει για να καταλάβει ο κόσμος ποια είναι η διαφορά του ενός από τον άλλον.

Εκτιμάτε ότι αυτά τα επίπεδα φορολογίας που υπάρχουν έχουν αυξήσει την παράνομη δραστηριότητα, τη φοροαποφυγή και τη λαθρεμπορία;

Κοιτάξτε, σε ό,τι αφορά την έμμεση φορολογία, βεβαίως όσο την αυξάνεις τόσο δίνεις μεγαλύτερο κίνητρο για φοροδιαφυγή και λαθρεμπόριο. Θεωρώ, δε, ότι τώρα που έκλεισε η περίοδος των μνημονίων πρέπει να ανοίξουμε μια συζήτηση στην Ελλάδα (με καθαρά επιστημονικούς και οικονομικούς όρους) για το ποια μέτρα πήραμε την περίοδο 2010-2018 σε σχέση με τα ζητήματα φορολογίας και ποια ήταν η αποτελεσματικότητά τους. Πρέπει να ξανασυζητήσουμε για την αύξηση φορολογίας στα καπνικά προϊόντα, για τον φόρο στα καύσιμα, για τα τέλη κυκλοφορίας. Να συζητήσουμε αν αυτές οι πολιτικές ήταν επιτυχείς ή όχι. Και λέω να κάνουμε αυτή τη συζήτηση γιατί υπάρχουν πολιτικές δυνάμεις, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, που δεχτήκαμε το μνημόνιο ως έναν συμβιβασμό και μια διαπραγματευτική κατάσταση. Υπάρχουν όμως άλλες πολιτικές δυνάμεις που θεώρησαν το μνημόνιο ευλογία.

Στον δρόμο για τι εκλογές και παρακολουθώντας λίγο τη Βουλή, ένιωσα ότι αρχίζει πια η επίσημη αμφισβήτηση στο πολιτικό έργο. Παράλληλα εκφράζεται από κάποιες δυνάμεις ο φόβος για δημοσιονομικό εκτροχιασμό μέσα στο 2019 λόγω χειρισμών της κυβένησης. Για την ακρίβεια, όπως το λένε, λόγω παροχολογίας. Τι λέτε για όλα αυτά;

Σε ό,τι αφορά το ζήτημα της αμφισβήτησης, εδώ έχουμε μια κυβέρνηση που εκλέχθηκε για πρώτη φορά, πρώτη φορά αριστερή κυβέρνηση μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η περίοδος αμέσως μετά την απελευθέρωση και η περίοδος του ’89 ήταν μηνών, δεν ήταν μεγάλη περίοδος. Η Αριστερά κατορθώνει και βγάζει τη χώρα από τα μνημόνια, δίνει λύσεις στα ζητήματα και μπορεί και παραμένει στην κυβέρνηση, συμπληρώνοντας από ό,τι φαίνεται τη συνταγματική τετραετία. Το γεγονός ότι κλείνει την τετραετία είναι ένα μεγάλο και σημαντικό βήμα για τη σταθερότητα και τις επενδύσεις. Αυτοί που θέτουν θέμα αμφισβήτησης της κυβέρνησης ξεχνούν ότι αυτή η συγκεκριμένη μόνη της έφερε θέμα εμπιστοσύνης στη Βουλή, διότι η Ν.Δ. ήταν ανίκανη να προχωρήσει σε μια τέτοια ενέργεια. 

Τώρα όσον αφορά στην παροχολογία, η Ν.Δ. έχει αποφασίσει να κάνει κάθε μέρα δώρα στον ΣΥΡΙΖΑ δημιουργώνας ευκαιρίες για να κατανοεί  ο κόσμος τι έκαναν εκείνοι, ή τι θα πράξουν, και τι κάνουμε εμείς σε διάφορα θέματα, όπως για παράδειγμα η Συνθήκη των Πρεσπών, ο κατώτατος μισθός, η φορολογία κ.ο.κ. Όταν λοιπόν μας κατηγορεί η Ν.Δ. για παροχολογία, πρέπει κάποιο στελεχός της να βγει και να απαντήσει ποιο ακριβώς επίδομα που δίνουμε αυτή τη στιγμή θα περικόψουν αν γίνουν κυβέρνηση. Από τα μέτρα που εφαρμόζουμε ο κόσμος θα έχει όφελος στην τσέπη του 4 δισ. για το διάστημα από τον Νοέμβριο του 2018 μέχρι τον Αύγουστο του 2019. Ήδη έχουν ξεκινήσει τα μέτρα αυτά και θα ακολουθήσουν και άλλα που θα αφορούν εκατομμύρια πολίτες στο σύνολο του πληθυσμού. Για παράδειγμα, στο επόμενο χρονικό διάστημα θα ξεκινήσει μια πολύ σημαντική ενέργεια με την επιδότηση δόσης στεγαστικού δανείου για όσους δεν μπορούν να αποπληρώσουν δάνειο πρώτης κατοικίας. Ας μας πει η Ν.Δ. ποιο από αυτά τα μέτρα που εμείς έχουμε ως κοινωνική πολιτική θα καταργήσει.

Ένα τέτοιο μέτρο θα λέγαμε ότι είναι και η αύξηση του κατώτατου μισθού, μέτρο το οποίο επικροτήθηκε ακόμη και από συντηρητικές δυνάμεις. Ωστόσο, δεν συνδέθηκε, όπως περίμεναν κάποιοι, με κάποιου είδους φορολογική ελάφρυνση των επιχειρήσεων. Ποιο το σχόλιό σας; 

Καταρχάς δίνουμε στις επιχειρήσεις με όλα αυτά που εξήγγειλε και ο πρωθυπουργός από τη ΔΕΘ και με αυτά που θα γίνουν το επόμενο χρονικό διάστημα. Σε ό,τι αφορά ειδικά το θέμα του κατώτατου μισθού, τα χρήματα αυτά θα πέσουν και πάλι στην οικονομία, άρα δίνουμε ανάσα ρευστότητας στην αγορά. Κυρίως όμως με αυτό το μέτρο αντιμετωπίζουμε το πρόβλημα επιβίωσης, διότι ήδη είναι πολύ χαμηλοί οι μισθοί. Ακόμα και ο κατώτατος μισθός δεν είναι αυτός που θα θέλαμε. Μακάρι να μπορούσαμε να δώσουμε 1.500 ευρώ.

Στο θέμα του μισθού, δεν γίνεται να συγκρινόμαστε με τους μισθούς της Βουλγαρίας. Έτσι δεν είναι;

Η Βουλγαρία είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα για εμάς ότι, αν η μείωση του εργατικού κόστους ήταν το κλειδί για την ανάπτυξη, θα έπρεπε όλες οι επενδύσεις να γίνονται εκεί. Για ποιον λόγο όμως αυτή τη στιγμή, για παράδειγμα, οι ενεργειακές επενδύσεις γίνονται στην Ελλάδα και όχι εκεί; 

Μήπως γιατί οι λόγοι είναι και γεωγραφικοί και επιπλέον στο παράδειγμα που αναφέρατε  έχουμε και το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης.

Ναι, βεβαίως, αλλά έχουμε και άλλες επενδύσεις. Για παράδειγμα, αν το κριτήριο του κόστους ήταν το μοναδικό για να αναδυθεί μια οικονομία, θα έπρεπε οι σκανδιναβικές οικονομίες να έχουν καταρρεύσει διότι έχουν πολύ καλά ημερομίσθια. Εμείς θεωρούμε ότι πολύ σωστά κάναμε και αυξήσαμε τον κατώτατο μισθό και πολύ καλά κάνει η Ν.Δ. και διαφωνεί γιατί έτσι καταλαβαίνει ο κόσμος ποια είναι η διαφορά του ενός κόμματος από το άλλο. 

Δεν είναι όμως οι υγιείς επιχειρήσεις ένα κανάλι που θα προωθήσει την ανάπτυξη; Επομένως, όταν ρίχνεις χρήμα στον κατώτατο μισθό, κινείς την οικονομία, δεν χωράει αμφιβολία. Αν όμως αυτό υποβαθμίζει την υγεία των επιχειρήσεων, δεν παράγει δυσκολίες;

Σίγουρα το εργατικό κόστος είναι ένα σημείο που πρέπει να λάβουμε υπόψη στα θέματα επιχειρηματικότητας. Δεν διαφωνεί κανείς σε αυτό. Δεν είναι όμως το μοναδικό σημείο και νομίζω ότι πλέον πρέπει σε επίπεδο οικονομολόγων να ανοίξει ένας διάλογος για το ποια οικονομική πολιτική πρέπει να ακολουθήσουμε. Σε μια πολιτική ανάπτυξης, όταν έχεις εργαζομένους καλά αμειβόμενους, έχεις και μεγαλύτερη αποδοτικότητα στην εργασία. Η λύση δεν είναι να καταστρέφεις αυτό που έχεις, είναι να προχωράς σε έναν μακροχρόνιο σχεδιασμό, και εμείς αυτό κάνουμε.