Τη διατήρηση της παραδοσιακής ονομασίας τσίπουρο και τσικουδιά στο προϊόν απόσταξης των διήμερων μικρών αποσταγματοποιών, ζητούν 10 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ με τροπολογία που κατέθεσαν στο σ/ν του Υπ. Οικονομικών «Εκσυγχρονισμός του πλαισίου λειτουργίας της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς… »
ΠΡΟΣΘΗΚΗ- ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ
Επί του Σχεδίου Νόμου του Υπουργείου Οικονομικών «Εκσυγχρονισμός του πλαισίου λειτουργίας της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς – Πρόγραμμα συνεισφοράς Δημοσίου σε ευάλωτους οφειλέτες μέχρι τη μεταβίβαση της κατοικίας τους στον φορέα απόκτησης και επαναμίσθωσης του κεφαλαίου Α΄ του μέρους δευτέρου του τρίτου βιβλίου του ν. 4738/2020 – Ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία των Οδηγιών (ΕΕ) 2020/1151 και (ΕΕ) 2021/1159, νέος μειωμένος Ενιαίος Φόρος Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝ.Φ.Ι.Α.), επείγουσες φορολογικές και τελωνειακές ρυθμίσεις για την αντιμετώπιση ιδίως της ενεργειακής κρίσης και άλλες διατάξεις»
ΘΕΜΑ: «Διατήρηση της παραδοσιακής ονομασίας τσίπουρο και τσικουδιά» .
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
Η παράγραφος 1 του άρθρου 82 του Ν.2960/2001 (Τελωνειακός Κώδικας), η οποία τιτλοφορείται ως “Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης τσίπουρου ή τσικουδιάς μικρών αποσταγματοποιών (διημέρων)”έχει ως εξής:
“1. Το τσίπουρο ή η τσικουδιά που παρασκευάζεται από απόσταγμα στεμφύλων σταφυλιών και λοιπών επιτρεπόμενων υλών από τους μικρούς αποσταγματοποιούς (διήμερους), σύμφωνα με την παράγραφο Ε` του άρθρου 7 του ν. 2969/2001, υπόκειται σε εφάπαξ και κατ` αποκοπή φορολόγηση πενήντα εννέα λεπτών (0,59) του ευρώ ανά χιλιόγραμμο έτοιμου προϊόντος.”
Το Άρθρο 27 του προτεινόμενου Σχεδίου Νόμου αντικαθιστά την ανωτέρω παράγραφο 1 του άρθρου 82 του Ν. 2960/2001 προβλέποντας ότι:
«Στο προϊόν απόσταξης που παράγεται από τους διήμερους μικρούς αποσταγματοποιούς (παραδοσιακό απόσταγμα διημέρων)της παρ. 5 του άρθρου 5 του ν. 2969/2001 (Α΄ 281) από πρώτες ύλες παραγωγής των ιδίων, σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παρ. Ε του άρθρου 7 του ιδίου νόμου, το οποίο δεν δύναται να υπερβαίνει τα πέντε (5) εκατόλιτρα καθαρής (άνυδρης) αλκοόλης κατ’ έτος και των οποίων η παραγωγή δεν δύναται να υπερβαίνει τις οκτώ (8) ημέρες, κατ΄ ανώτατο ετήσιο όριο, εφαρμόζεται μειωμένος έως και ογδόντα πέντε τοις εκατό (85%) συντελεστής ειδικού φόρου κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) αιθυλικής αλκοόλης έναντι του ισχύοντος κανονικού συντελεστή αιθυλικής αλκοόλης».
Περαιτέρω, με το Άρθρο 35 παρ. 4 του σχεδίου νόμου «Διήμεροι μικροί Αποσταγματοποιοί – Τροποποίηση παρ. Ε άρθρου 7 ν. 2969/2001», τροποποιείται η παρ. Ε΄ του άρθρου 7 του ν. 2969/2001 (Α΄ 281), με την προσθήκη, μεταξύ άλλων, τελευταίου εδαφίου στην υποπαρ. 8γ, το οποίο έχει ως εξής:
«Για λόγους καλύτερης κατανόησης από τους καταναλωτές, το προϊόν μπορεί να διατίθεται στα σημεία πώλησης στον τελικό καταναλωτή με την κοινή ονομασία, κατά την έννοια του Kανονισμού (ΕΕ) 1169/2011, «παραδοσιακό απόσταγμα διημέρων», ακολουθούμενη πάντοτε και από τη νόμιμη ονομασία. Ο όρος «απόσταγμα» που περιλαμβάνεται στην κοινή ονομασία δεν χρησιμοποιείται κατά την έννοια του παρόντος νόμου και του Kανονισμού (ΕΕ) 2019/787.
Η προτεινόμενη αντικατάσταση της παρ. 1 του άρθρου 82 του Ν.2960/2001 σε συνδυασμό με την προσθήκη του ανωτέρω εδαφίου στην προτεινόμενη τροποποίηση της παρ. Ε του άρθρου 7 τουΝ. 2969/2001, επιδιώκει να αφαιρέσει από τους μικρούς (διήμερους) αποσταγματοποιούς της παρ. 5 του άρθρου 5 του Ν.2969/2001 το δικαίωμα της χρήσης της ονομασίας «τσίπουρο» και «τσικουδιά» στα παραδοσιακά παραγόμενα προϊόντα τους.
Η συγκεκριμένη απαγόρευση ωστόσο, η οποία ενσωματώνεται πρώτη φορά σε εθνική νομοθεσία, αντίκειται:
α) στη νομολογία του Δ.Ε.Ε. (Απόφαση της 11ης Ιουλίου 2019 του Δ.Ε.Ε. στην υπόθεση της C91-18 προσφυγής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κατά της Ελληνικής Δημοκρατίας), με την οποία ρητά αναγνωρίζεται ότι τα προϊόντα που παράγονται από διήμερους αποσταγματοποιούς ονομάζονται «τσίπουρο» και «τσικουδιά», απορριπτόμενων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών της Ελληνικής Δημοκρατίας.
β) στο άρθρο 10 παρ.1 και 6 του Κανονισμού ΕΕ2019/787, σύμφωνα με το οποίο η νόμιμη ονομασία ενός προϊόντος που παράγεται εντός της Ένωσης σε συμφωνία με τον ανωτέρω Κανονισμό δύναται σε κάθε περίπτωση να χρησιμοποιείται από τον παραγωγό, δύναται δε περαιτέρω και να συμπληρώνεται από μία «συνήθη ονομασία» κατά τον ορισμό του άρθρου 2 παρ. 2 του Κανονισμού ΕΕ1169/2011.
γ) στο άρθρο 9 του Κανονισμού ΕΕ2019/787, καθότι η οριζόμενη από το σχέδιο νόμου «ονομασία» δεν πληροί τις προϋποθέσεις παρουσίασης και επισήμανσης που προβλέπονται στον Κανονισμό ΕΕ1169/2011.
Επιπλέον δε των ανωτέρω σημειώνεται ότι η ύπαρξη τεχνικών φακέλων προδιαγραφών προϊόντων με προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη για τα προϊόντα «τσίπουρο» και «τσικουδιά», η οποία αποκλείει από τη χρήση της Γεωγραφικής Ένδειξης τους διήμερους αποσταγματοποιούς, θέτοντας ως προϋπόθεση για τη χρήση της Γ.Ε. την εμφιάλωση του προϊόντος, δεν αποτελεί επαρκή δικαιολογητικό λόγο για την «αφαίρεση» του ονόματος από τους διήμερους αποσταγματοποιούς, αφού οι συγκεκριμένοι φάκελοι όχι μόνον δεν συμβαδίζουν με το περιεχόμενο και το σκοπό των Κανονισμών ΕΚ110/2008 και ΕΕ2019/787, όχι μόνον περιγράφουν ανακριβώς τα παράλληλα ισχύοντα καθεστώτα απόσταξης βάσει του Ν.2969/2001, αλλά επιπλέον είναι και σε κάθε περίπτωση δεκτικοί τροποποίησης/διόρθωσης από την ίδια την Ελληνική Δημοκρατία, με την προβλεπόμενη στο άρθρο 31 του Κανονισμού ΕΕ2019/787 διαδικασία.
Ως εκ τούτου, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη:
Ότι η διήμερη απόσταξη τσίπουρου και τσικουδιάς αποτελεί σημαντική παραγωγική διαδικασία με την οποία συμπληρώνουν το εισόδημά τους περί τα 380.000 αγροτικά νοικοκυριά.
Ότι από αυτήν διαχρονικά παράγεται το προϊόν που στη συνείδηση του καταναλωτικού κοινού έχει ταυτισθεί με τις ονομασίες «τσίπουρο» και «τσικουδιά».
Ότι πρόκειται για μία υπερεκατονταετή παραδοσιακή πρακτική από την οποία παράγονται αποστάγματα εξαιρετικής ποιότητας από τοπικές πρώτες ύλες των ίδιων των αμπελουργών/διήμερων αποσταγματοποιών, τα οποία δικαιούνται να φέρουν την διαχρονική συνήθη ονομασία τους.
Ότι τέλος η ίδια η καλή φήμη του «τσίπουρου» και της «τσικουδιάς» και η ταύτισή τους στη συνείδηση του καταναλωτικού κοινού με την Ελλάδα και τις αγροτικές περιοχές της οφείλεται ακριβώς στους διήμερους αποσταγματοποιούς.
Συνάγεται ευλόγως ότι η ονομασία αυτή πρέπει να διατηρηθεί, με κατάλληλες προσθήκες που θα επιτρέπουν τη διάκριση των αποσταγμάτων των διήμερων αποσταγματοποιών από τα αποστάγματα των συστηματικών αποσταγματοποιών.
Προτείνεται ως εκ τούτου :
α) η τροποποίηση του λεκτικού της παρ. 1 του άρθρου 1 του Σχεδίου Νόμου και η παράλληλη άμεση ανάληψη ενεργειών εκ μέρους της Ελληνικής Δημοκρατίας, ώστε να λάβουν χώρα οι κατάλληλες τροποποιήσεις των ήδη υπαρχόντων φακέλων προδιαγραφών, ώστε να περιληφθούν στην προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη «τσίπουρο» και «τσικουδιά» (και τις επιμέρους τοπικές ενδείξεις) τα παραδοσιακά μη εμφιαλωμένα αποστάγματα των διήμερων αποσταγματοποιών και
β) η απαλοιφή στο Άρθρο 35 παρ. 4 του σχεδίου νόμου «Διήμεροι μικροί Αποσταγματοποιοί – Τροποποίηση παρ. Ε άρθρου 7 ν. 2969/2001», του προτεινόμενου τελευταίου εδαφίου στην υποπαρ. 8γ. παρ. Ε΄ του άρθρου 7 του ν. 2969/2001 (Α΄ 281).
ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ-ΠΡΟΣΘΗΚΗ
Άρθρο 27
Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης στο προϊόν απόσταξης των διήμερων μικρών αποσταγματοποιών – Αντικατάσταση άρθρου 82 του ν. 2960/2001 (παρ. 12 του άρθρου 1 της Οδηγίας (ΕΕ) 2020/1151).
«1. Το άρθρο 82 του ν. 2960/2001 (Α΄265) αντικαθίσταται ως εξής:
Άρθρο 82
«Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης τσίπουρου ή τσικουδιάς μικρών αποσταγματοποιών (διήμερων)»
1. Στο τσίπουρο και την τσικουδιά που παράγεται από τους διήμερους μικρούς αποσταγματοποιούς (παραδοσιακό τσίπουρο διημέρων και παραδοσιακή τσικουδιά διημέρων) της παρ. 5 του άρθρου 5 του ν. 2969/2001 (Α΄ 281) από πρώτες ύλες παραγωγής των ιδίων, σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παρ. Ε του άρθρου 7 του ιδίου νόμου, το οποίο δεν δύναται να υπερβαίνει τα πέντε (5) εκατόλιτρα καθαρής (άνυδρης) αλκοόλης κατ’ έτος και των οποίων η παραγωγή δεν δύναται να υπερβαίνει τις οκτώ (8) ημέρες, κατ΄ ανώτατο ετήσιο όριο, εφαρμόζεται μειωμένος έως και ογδόντα πέντε τοις εκατό (85%) συντελεστής ειδικού φόρου κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) αιθυλικής αλκοόλης έναντι του ισχύοντος κανονικού συντελεστή αιθυλικής αλκοόλης».
Άρθρο 35
Η παρ. 4 του άρθρου 35 του Μέρους Γ’ Κεφαλαίου Α΄ του προτεινόμενου νομοσχεδίου, αντικαθίσταταιως εξής:
«4. Η υποπαρ. 8 αντικαθίσταται ως εξής:
«8.α) Η διάθεση του παραγόμενου έτοιμου προϊόντος απόσταξης από τα δικαιούχα παραγωγής πρόσωπα της υποπαρ. 1 πραγματοποιείται με την έκδοση λογιστικών στοιχείων, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στις σχετικές διατάξεις του ν. 4308/2014 (Α΄251). Τα ως άνω αναφερόμενα πρόσωπα έχουν υποχρέωση τήρησης και ενημέρωσης λογιστικών αρχείων. Για τη διακίνηση του ως άνω προϊόντος απόσταξης, εκδίδεται σχετικό παραστατικό κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στην παρ. 8 του άρθρου 5 του ν. 4308/2014, το οποίο συνοδεύει το προϊόν μέχρι τον τελικό προορισμό του. Δεν απαιτείται έκδοση παραστατικού διακίνησης, εφόσον εκδίδεται άμεσα λογιστικό στοιχείο αξίας. β) Από την περ. α) εξαιρούνται: 28 βα) τα δικαιούχα παραγωγής πρόσωπα που εμπίπτουν στην περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 39 του ν. 4308/2014 και ββ) τα δικαιούχα παραγωγής φυσικά πρόσωπα, τα οποία παράγουν το προϊόν αυτό, μέχρι το ανώτατο όριο των πενήντα ενός (51) λίτρων άνυδρων ανά αποστακτική περίοδο και ανά πρόσωπο, αποκλειστικά για κατανάλωση από τα ίδια, τα μέλη της οικογένειάς τους ή τους προσκεκλημένους τους, απαγορευομένης της εμπορίας. Σε περίπτωση διακίνησης του προϊόντος απόσταξης από τα πρόσωπα των υποπερ. βα) και ββ) ή για λογαριασμό τους, αυτό συνοδεύεται από αντίγραφο της αδείας απόσταξης, καθώς και του αποδεικτικού είσπραξης των φορολογικών επιβαρύνσεων. Σε περίπτωση πώλησης του προϊόντος απόσταξης από τα πρόσωπα της υποπερ. βα), το προϊόν συνοδεύεται, πλέον των ως άνω δικαιολογητικών, και από δήλωση διακίνησης. γ) Το προϊόν απόσταξης των διήμερων μικρών αποσταγματοποιών διατίθεται χύμα, χωρίς οποιασδήποτε μορφής τυποποίηση, σε δοχεία από γυαλί ή και άλλο κατάλληλο υλικό σύμφωνα με τους σχετικούς όρους χρήσης που προβλέπονται στην ισχύουσα ενωσιακή και εθνική νομοθεσία όσον αφορά τα υλικά και τα αντικείμενα που προορίζονται να έρθουν σε επαφή με τρόφιμα. Η κατά τα ανωτέρω διάθεση του προϊόντος απόσταξης των διήμερων μικρών αποσταγματοποιών διενεργείται από τα δικαιούχα της παραγωγής του πρόσωπα είτε απευθείας στους τελικούς καταναλωτές με λιανική πώληση είτε με πώληση στις επιχειρήσεις ομαδικής εστίασης, καθώς και σε επιχειρήσεις διάθεσης ποτών με αλκοόλη προς χονδρική και λιανική πώληση. Tα στοιχεία του παραγωγού αναγράφονται υποχρεωτικά σε κάθε διακίνηση στο εσωτερικό της Χώρας μέχρι το τελικό σημείο λιανικής πώλησης στα φορολογικά στοιχεία ή τα παραστατικά στοιχεία διακίνησης των άρθρων 5 και 9 του ν. 4308/2014 . Οι επιχειρήσεις που διαθέτουν προς λιανική πώληση για κατανάλωση προϊόν απόσταξης διήμερων μικρών αποσταγματοποιών οφείλουν να έχουν σε εμφανές σημείο στο κατάστημά τους αναρτημένη πινακίδα, στην οποία αναγράφονται, με ευκρινείς χαρακτήρες, τo ονοματεπώνυμο του παραγωγού ή των παραγωγών των οποίων το προϊόν διαθέτουν, καθώς και το σχετικό λογιστικό στοιχείο».
Αθήνα 22 Μαρτίου 2022
Οι προτείνοντες Βουλευτές
Κόκκαλης Βασίλειος
Παπανάτσιου Αικατερίνη
Αλεξιάδης Τρύφων
Αραχωβίτης Σταύρος
Βαρδάκης Σωκράτης
Γκιόλας Ιωάννης
Ελευθεριάδου Σουλτάνα
Παπαδόπουλος Αθανάσιος (Σάκης)
Σαρακιώτης Ιωάννης
Συρμαλιένος Νικόλαος