20.05.2016

Ομιλία του υπουργού Οικονομικών, Ευκλείδη Τσακαλώτου, στην κοινή συνεδρίαση του Επιτροπών της  Βουλής, στη συζήτηση επί του σχεδίου νόμου του ΥΠΟΙΚ «Επείγουσες διατάξεις για την εφαρμογή της Συμφωνίας Δημοσιονομικών Στόχων και Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων και άλλες διατάξεις» 

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Ο οδικός χάρτης της κυβέρνησης είχε τρία στάδια όταν το εκθέσαμε σε εσάς, το  καλοκαίρι. Συγκεκριμένα: πρώτα θα γίνει η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, μετά θα γίνει το κλείσιμο της πρώτης αξιολόγησης και τέλος, θα αρχίσει η συζήτηση για το χρέος. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι υπήρχε καθυστέρηση και όπως ξέρετε, αυτά τα νομοσχέδια που είχαμε μπροστά και ήταν πάρα πολύ δύσκολα (πολλές μεταρρυθμίσεις, οι συντάξεις, το τραπεζικό σύστημα) και είχαν πάρα πολλή δουλειά.

Επίσης, ξέρετε ότι υπήρχε μεγάλη διαφορά ανάμεσα στους θεσμούς, που  μας καθυστέρησε. Επιπλέον, υπάρχει τώρα η σύμπτυξη της διαδικασίας συζήτησης για το χρέος, μαζί με το κλείσιμο της πρώτης αξιολόγησης. Εάν διαβάσετε το μνημόνιο, αναφέρει ότι πρώτα θα κλείσει η πρώτη αξιολόγηση και μετά θα αρχίσει η συζήτηση για το χρέος, ενώ το δεδομένο αυτή τη στιγμή, είναι ότι από το προπροηγούμενο Eurogroup μπήκε το θέμα για το χρέος, στο δε τελευταίο Eurogroup δόθηκε η εντολή στο EWG να εξετάσει λύσεις για το ελληνικό χρέος, να ενημερώσει στις 24/5 και ίσως θα έχουμε μια πολύ καλή συμφωνία.

Η απόφαση του Eurogroup είναι να βρεθεί λύση του χρέους σε τρία σκέλη: Το ένα είναι το βραχυπρόθεσμο, το άλλο είναι το μεσοπρόθεσμο και το άλλο το μακροπρόθεσμο. Για το βραχυπρόθεσμο είμαι σχετικά αισιόδοξος ότι θα υπάρξουν μέτρα για την καλύτερη διαχείριση του χρέους, μπορεί να υπάρχουν μετατροπές κάποιων χρεών από κυμαινόμενο σε σταθερό επιτόκιο. Μάλιστα, αυτό μπορεί μακροπρόθεσμα να έχει μεγάλη επίδραση στο DSA, στη βιωσιμότητα δηλαδή του χρέους, και μπορεί να κάνουμε και άλλα πράγματα.

Στο κομμάτι που αφορά το μεσοπρόθεσμο, η ιδέα είναι ότι θα υπάρχουν πιο ριζικά μέτρα που θα παρθούν το 2019, αν είμαστε εντός προγράμματος, γιατί τότε θα ξέρουμε και ποιο θα είναι το πλεόνασμα του 2018 που θα το επιβεβαιώσει η Eurostat και θα είναι συγκεκριμένα τα μέτρα που θα παρθούν.

Τρίτον, υπάρχει και τα μακροπρόθεσμα μέτρα, πέρα από το πρόγραμμα για τα επόμενα χρόνια.

Θέλω να σας ενημερώσω για δύο πολύ καλές εξελίξεις.

Πρώτον, η πρόταση ότι πρέπει να γίνει κάτι για το ελληνικό χρέος, αν χρειαστεί, υπήρχε και τον Νοέμβριο του 2012 -τώρα, όμως, παίρνει σάρκα και οστά. Δηλαδή, από εδώ και πέρα, το «αν χρειασθεί», δεν θα εξαρτάται από το πώς αισθάνεται ο ένας Υπουργός Οικονομικών ή ο άλλος κάποτε στο μέλλον, αλλά θα οριστεί με κάποιον αντικειμενικό τρόπο. Επιμένει και το ΔΝΤ σε αυτό. Ότι είτε για το μεσοπρόθεσμο, είτε για το μακροπρόθεσμο κομμάτι, θα οριστεί από τώρα τι σημαίνει το « αν χρειαστεί».

Θα είναι σε σχέση με τις χρηματοοικονομικές ανάγκες της χώρας;

Θα είναι σε σχέση με την διαφορά του επιτοκίου από τους ρυθμούς ανάπτυξης;

Θα είναι κάποιος άλλος δείκτης;

Αλλά θα είναι, στην ουσία, κάτι προσδιορισμένο.

Δεύτερον, αυτό που έχει πολύ μεγάλη σημασία, είναι η πίεση του ΔΝΤ για το μακροπρόθεσμο κομμάτι του χρέους, να είναι και αυτό αυτόματο. Βλέπουμε, δηλαδή, μια συμμετρία, μεταξύ του αυτόματου μηχανισμού (που θα σας αναλύσω αργότερα και προέκυψε από τη διαφορά που έχουν οι ευρωπαϊκοί θεσμοί, εμείς και το ΔΝΤ, για το τι πλεόνασμα θα έχουμε το 2018) καθώς θεωρούν ότι πρέπει να υπάρχει ο ίδιος αυτοματισμός και για το χρέος. Αυτό νομίζω, αλλάζει αρκετά το τοπίο και μας δίνει μεγαλύτερο χώρο να διαπραγματευτούμε.

Δεν μπορώ να κάνω προβλέψεις από τώρα και δεν θα ήταν και σωστό να κάνω αυτή τη στιγμή προβλέψεις, για το τι θα «βγει» στις 24 του μηνός, αλλά νομίζω ότι είμαστε κοντά σε μια αρκετά καλή λύση. Θα μπορέσουμε να πούμε περισσότερα μετά από το Eurogroup της 24ης Μαΐου, για το ποιά ακριβώς θα είναι αυτή η λύση, αλλά έχουμε πει ότι είναι πολύ σημαντικό -και όλοι το καταλαβαίνουν- ότι η Ελλάδα αυτή τη στιγμή, πρέπει να αλλάξει σελίδα και να φύγουμε από τον φαύλο κύκλο, όπου παίρναμε υφεσιακά  μέτρα, μετά είχαμε ύφεση και παίρναμε και άλλα μέτρα. Αυτό το έχουμε αντιμετωπίσει και εμείς και εσείς, και είναι ο καιρός να ξεφύγουμε από αυτό. Αυτό που ζητάμε -που σας το έχω πει και άλλη φορά στην Ολομέλεια- είναι ότι δεν έχει τόσο σημασία η τεχνική λύση, υπάρχουν πολλές τεχνικές λύσεις. Και, βέβαια, όταν το είχα πει την προηγούμενη φορά, όλες οι εφημερίδες είπαν ότι ο Τσακαλώτος λέει “λύση να είναι και ότι να ‘ναι” -φοβερή ερμηνεία αυτών που λέω!- ότι δεν έχει σημασία η τεχνική λύση, γιατί υπάρχουν πολλές τεχνικές λύσεις που μπορούν να φτάσουν στο αποτέλεσμα.

Τι είναι το αποτέλεσμα;

Ένας καθαρός διάδρομος για τους Έλληνες πολίτες και για τους επενδυτές, είτε Έλληνες είτε ξένους, να ξέρουν ότι μπορούν να έρχονται και να επενδύουν εδώ πέρα, χωρίς να υπάρχει και επιπλέον ρίσκο χρεωκοπίας, ότι αυτό «ξέφυγε», δεν υπάρχει, ότι ξέρουν όλοι τις χρηματοδοτικές μας ανάγκες και άρα μπορούν να επενδύσουν.

Άρα, αν θέλετε ένα κριτήριο για τις 24 του μηνός -και νομίζω ότι αυτό δείχνει μια έντιμη στάση απέναντί σας- σας λέω από πριν, το τι πρέπει να γίνει. Πόσο καλή θα είναι αυτή η συμφωνία, είναι αν μπορούμε να την αξιολογήσουμε με αυτό τον τρόπο, ότι αυτό που δόθηκε- λύση για το χρέος-δημιουργεί αυτόν τον καθαρό διάδρομο -και πολιτικό και οικονομικό και επενδυτικό. Να ξέρουν όλοι, ότι τώρα η Ελλάδα άλλαξε σελίδα, έφυγε από τη δύσκολη πορεία που είχε τα τελευταία εφτά χρόνια και μπορεί να κοιτάξει το μέλλον με αισιοδοξία.

Αν γίνει αυτό -και να πάω τώρα και στα μέτρα-, αν δηλαδή γίνει και κάτι καλό για το χρέος και αφού είμαστε σίγουροι ότι θα κλείσει η αξιολόγηση- γιατί το πακέτο του 3% των δημοσιονομικών μέτρων και των διαρθρωτικών αλλαγών, έχει συμφωνηθεί τα 99,9% με τους θεσμούς, άρα είναι σχεδόν απίθανο να μην «κλείσει» η πρώτη αξιολόγηση- επιπλέον αυτό που σας είπα για τον καθαρό διάδρομο για το χρέος, υπάρχει πολύ μεγάλη προσδοκία, ότι θα επανέλθει το waver και θα μπούμε και στο σύστημα νομισματικής χαλάρωσης.

Αυτό ουσιαστικά είναι -αν διαβάσετε και την παρέμβαση  του Paul De Grauwe αυτή την εβδομάδα, μια περικοπή του χρέους- το QE, όταν αγοράζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ομόλογα. Γιατί σας τα είπα αυτά πακέτο; Το QE, τη νομισματική χαλάρωση μαζί με το χρέος; Γιατί είναι μια αντιστάθμιση στα μέτρα που έχουμε πάρει. Είναι αυτά τα μέτρα, τα 3%, υφεσιακά; Είναι υφεσιακά. Δεν έχει, νομίζω κανένας ομιλητής του ΣΥΡΙΖΑ ή των ΑΝΕΛ αρνηθεί αυτό το πράγμα. Όταν παίρνεις μέτρα 3%, όπως πήραμε 1% για τις συντάξεις, 1% για την αναδιαμόρφωση του φορολογικού συστήματος και 1% τώρα αυτό το πακέτο είναι υφεσιακά, αλλά το θέμα είναι εάν μπορούν να αντισταθμιστούν από αυτό που είπαμε.

Υπήρξε κάποια αμφισβήτηση από τον κ. Βαρβιτσιώτη και από άλλους, αν αυτά είναι με αναδιανομή, αν προστατεύουμε τους πιο φτωχούς. Πρώτον, να σημειώσω ότι αυτό το 1%, που τώρα συζητάμε σ’ αυτό το πακέτο δεν είναι καινούργιο μέτρο με την έννοια ότι το ψηφίσαμε όλοι. Το μνημόνιο που ψηφίσαμε όλοι το καλοκαίρι έλεγε ότι το 2016 θα πάρει η κυβέρνηση 1% μέτρα που θα εφαρμοστούν το 2016, το 2017 και το 2018. Άρα ήταν μνημονιακή υποχρέωση, το ξέραμε όλοι αυτό που θα γίνει.

Τι προσπάθησε η κυβέρνηση σ’ αυτή τη διαπραγμάτευση. Είναι πολύ δύσκολο καμιά φορά και εσείς να δείτε εάν υπάρχει αναδιανομή ή δεν υπάρχει αναδιανομή αν δεν ξέρετε ποια ήταν η συζήτηση για να φτάσουμε σε αυτό. Η βασική ιδέα των θεσμών ήταν να πάρουμε μόνο δύο, τρία μέτρα. Να πάρουμε δύο, τρία μέτρα για να καλύψουμε το 1,8 δισ. Δηλαδή, να μην είναι τόσο διάσπαρτα και πολλά τα μέτρα, αλλά να πάρουμε δύο, τρία μέτρα με μεγάλη απόδοση. Εμείς, όπως καταλαβαίνετε, κάναμε το αντίθετο. Πήραμε πολλά μέτρα, το καθένα με πιο μικρή απόδοση. Αυτή ήταν η διαφορά. Για παράδειγμα έλεγαν να αυξήσουμε τη φορολογία στο Φ.Π.Α στην ενέργεια και στο νερό από το 13%  στο 23%. Ήταν ένα από τα μέτρα που έχει πολύ μεγάλη απόδοση, αλλά έχει πολύ στοχευμένη επίδραση σε συγκεκριμένα κομμάτια της κοινωνίας και σε κομμάτια της κοινωνίας που έχουν υποφέρει και που εμείς θέλουμε να προστατεύσουμε. Δεν το επιλέξαμε αυτό, όπως δεν επιλέξαμε και να μειωθούν περισσότερο οι συντάξεις. Το ΔΝΤ σε όλη αυτή τη διαδικασία, που όπως ξέρετε ο μηχανισμός βασίζεται σ’ αυτό, λέει τα μέτρα που θα πάρετε θα φτάσουν στο 1,5% πλεόνασμα το 2018 και όχι στο 3,5% και μέσα στα μέτρα αυτά που ήθελε να πάρουμε ήταν και μεγαλύτερη περικοπή των συντάξεων και αυτό το αρνηθήκαμε. Αρνηθήκαμε μεγάλη μείωση -ξέρω ότι θα γελάσετε ότι είχα υποσχεθεί αυτό- και είναι μικρή η μείωση του αφορολόγητου. Ζήτησαν -για να ξέρετε από πού αρχίζει η συζήτηση, όχι που τελειώνει- 6.000 από τις 9.000 μείωση του αφορολόγητου και μετά έκαναν συμβιβασμό οι θεσμοί και είπαν να πάει στις 8.100 και ο συμβιβασμός που πρότεινε η Κομισιόν ήταν να πάει στις 8.100 σταδιακά σε τρία χρόνια. 

Άρα ποια ήταν η δική μας απόφαση για το 1%; Να πάρουμε πολλά μέτρα, που είναι διάσπαρτα, που έχουν μικρή απόδοση για να μην στοχεύουν σε συγκεκριμένα κομμάτια της κοινωνίας. Προφανώς είναι υφεσιακό, το έχω ομολογήσει, προφανώς δημιουργεί δυσκολίες, προφανώς κάναμε και ό,τι μπορούσαμε να πάρουμε και μέτρα, όπως τα επιχειρηματικά αυτοκίνητα, που θεωρούμε ότι δεν έχουν κακές κοινωνικές επιπτώσεις και η απόδοση πέφτει σε ανθρώπους που μπορούν να τη σηκώσουν, είναι 4-5 τέτοια μέτρα, και νομίζουμε ότι αν πάει καλά η διαπραγμάτευση στις 24 του μηνός θα υπάρχει και το αντιστάθμισμα που προανέφερα και από άλλο ένα πράγμα. Γιατί, αυτή τη στιγμή, όπως είπε ο Ντέκλαν Κοστέλο την προηγούμενη Παρασκευή, συζητάει η Κομισιόν και το ESM τι πρόταση θα κάνει για την εκταμίευση μετά από το κλείσιμο της πρώτης αξιολόγησης. Η πρόταση που είπε ο Ντέκλαν Κοστέλο ήταν περίπου 800 εκατ. το μήνα για τα ληξιπρόθεσμα μέχρι το τέλος της χρονιάς, δηλαδή, περίπου 5 δισ. Όπως καταλαβαίνετε τα ληξιπρόθεσμα, όταν το κράτος χρωστάει σε κάποιον και δεν του τα δίνει, μοιάζουν σαν ένα είδος φόρου, είναι σαν μια φορολογία. 

Αν έχουμε 800 εκατομμύρια κάθε μήνα ή έναν αριθμό λίγο μικρότερο λίγο μεγαλύτερο (θα δούμε τελικά τι θα είναι η εκταμίευση) θα είναι σαν μείωση του φόρου, γιατί είναι κάτι που δεν το έχεις.

Είναι σαν φόρος, όταν δεν πληρώνεις το ληξιπρόθεσμο. Όταν ξαναρχίζεις να τα πληρώνεις, θα έχεις λεφτά στην οικονομία. Νομίζω ότι ήμουν πολύ ακριβής σε αυτό που είπα. 

Πάμε τώρα στα θεσμικά μέτρα, τα πιο διαρθρωτικά μέτρα. Πραγματικά, αυτά που έχω ακούσει για το Ταμείο, είναι τόσο μεγάλες ανακρίβειες από τόσους πολλούς ανθρώπους, σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, που δεν το έχω δει όσο καιρό είμαι στην Ελληνική Βουλή για 4 χρόνια. Γι’ αυτό θα μου επιτρέψετε να πω λίγα περισσότερα για το Ταμείο. 

Γιατί 99 χρόνια; Γιατί είναι η συνήθης πρακτική για μεγάλους οργανισμούς με μακροπρόθεσμους στόχους. Είναι μόνο τεχνικό, γιατί έτσι γίνεται; Όχι, είναι και επιλογή μας. Γιατί, όπως καταλαβαίνετε, όσο μεγαλύτερος είναι ο χρόνος, τόση περισσότερη είναι η πίεση για να ιδιωτικοποιήσεις και να κρατήσεις αυτά τα περιουσιακά στοιχεία για να δημιουργούν περισσότερη αξία. Άρα, είναι και δική μας επιλογή. Αυτό ακριβώς προσπαθούμε να αποφύγουμε, διευρύνοντας τον ορίζοντα λειτουργίας της εταιρείας, ώστε τα έσοδα να προκύψουν από σωστή διαχείριση και όχι ιδιωτικοποίηση.

Ίσως αυτό είναι που ενοχλεί την Αντιπολίτευση, ότι με ρητό τρόπο έχει γίνει σαφές στο νόμο, άρθρο 190 παρ. 2α’, ότι οποιαδήποτε ιδιωτικοποίηση προτείνεται από τα διοικητικά όργανα του Ταμείου, πρέπει να εγκριθεί από τον Υπουργό. Η Γενική Συνέλευση σε αυτήν την περίπτωση, ταυτίζεται με τον Υπουργό Οικονομικών, γιατί αυτός είναι ο μοναδικός μέτοχος. Αυτός συμπεριλαμβάνει φυσικά τις εταιρείες που εντάσσονται στο Ταμείο, ΟΟΣΑ, ΟΣΥ, ΣΤΑΣΥ, ΟΣΕ και αυτή τη λίστα που έκανα σαν νομοθετική βελτίωση χθες. 

Υπενθυμίζω, επίσης, ότι το σκέλος των εσόδων του Ταμείου που πηγαίνει στην απομείωση του χρέους, αφορά μόνο τις υποχρεώσεις του ν. 4336/2015, δηλαδή, αφορά μόνο το δάνειο από το ESM και όχι τα παλαιότερα δάνεια, όπως έχω ακούσει. Ποια διαφορά έχει  η αξιοποίηση από την ιδιωτικοποίηση; Τεράστια διαφορά. Κατ’ αρχάς, μιλάμε για μακροπρόθεσμη διαχείριση. Οι ιδιωτικοποιήσεις είναι μόνο ένα από τα πολλά εργαλεία που έχει στη διάθεσή του το Ταμείο και επαναλαμβάνουμε δεν μπορούν να αποφασιστούν χωρίς την έγκριση του Υπουργού. Εγώ δεν είπα και κανένας δεν είπε, ότι δεν θα γίνουν ιδιωτικοποιήσεις ή πωλήσεις. Πολλοί από εσάς ρητά ή με πιο πονηρό τρόπο, αφήσατε να εννοηθεί ότι είναι μόνο για ιδιωτικοποιήσεις, ό,τι μπαίνει εκεί, στο τέλος, θα τελειώσει. Αυτό δεν ισχύει. 

Το στρατηγικό σχέδιο του Ταμείου εγκρίνεται από το μοναδικό μέτοχο, δηλαδή το ελληνικό δημόσιο και παραλαμβάνει τις γενικές στρατηγικές κατευθύνσεις που παρέχονται από τον Υπουργό Οικονομικών. Το μακροπρόθεσμο πλαίσιο εξασφαλίζει την αποφυγή ξεπουλήματος. Η βασική διαφορά του Ταμείου από το ΤΑΙΠΕΔ, είναι ότι δεν γίνεται ξεπούλημα και ότι έχεις το χρόνο, αν θέλεις να πουλήσεις, που μπορεί να θέλεις να πουλήσεις, να το κάνεις κάτω από τις ιδανικές συνθήκες. Αυτή είναι η τεράστια διαφορά του Ταμείου από το ΤΑΙΠΕΔ. Επαναλαμβάνω ότι, με ρητό τρόπο, οποιαδήποτε ιδιωτικοποίηση προτείνεται από τα διοικητικά όργανα του  Ταμείου, πρέπει να εγκριθεί από τον Υπουργό.

Πάμε τώρα στη Διοίκηση του Ταμείου, δηλαδή, στο Εποπτικό Συμβούλιο και στο Διοικητικό Συμβούλιο. Η πλειοψηφία στο Εποπτικό Συμβούλιο, δηλαδή τα  3/5, ανήκει στο ελληνικό δημόσιο.

Ο Πρόεδρος του Εποπτικού Συμβουλίου δεν έχει, επιπλέον, αρμοδιότητες από τα υπόλοιπα μέλη, δεν έχει διπλή ψήφο, δεν έχει διαφορετικό σκοπό, πέρα από τη τήρηση του στόχου και της αποστολής της εταιρείας. Για τα δύο μέλη των θεσμών, απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Οικονομικών.

Τι κάνει το Εποπτικό Συμβούλιο;

Το Εποπτικό Συμβούλιο εποπτεύει τη λειτουργία του νέου Ταμείου, δεν ασκεί τη διοίκησή του, αλλά τη διοίκησή του την ασκεί το Δ.Σ., τα μέλη του οποίου επιλέγονται από Εποπτικό Συμβούλιο, μέσα από μια διαφανή διαδικασία.

Ο Υπουργός Οικονομικών συμμετέχει στην επιλογή του Διευθύνοντος Συμβούλου, σύμφωνα με το άρθρο 192 παράγραφο 1 για να διασφαλίσει, ότι το πρόσωπο που επιλέγεται έχει τα χαρακτηριστικά της μακροπρόθεσμης οπτικής για την εταιρεία και τη περιουσία στοιχείων που ανήκουν σε αυτή.

Το Διοικητικό Συμβούλιο, το όργανο που διοικεί το Ταμείο υποχρεούται να συζητήσει στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής την ετήσια Έκθεση, που καταρτίζει. Το στρατηγικό σχέδιο του Ταμείο, εγκρίνεται από τον Υπουργό Οικονομικών. Υπάρχει ρητή αναφορά στο νόμο, ότι οι ΔΕΚΟ θα επιδιώκουν τη διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη των επιχειρήσεων.

Κύριε Μανιάτη, μια άλλη ανακρίβεια, που προσθέσατε στις χθεσινές είναι, ότι η επενδυτική πολιτική καθορίζεται με εσωτερικό κανονισμό και έχει λόγο ο Υπουργός.

Στο άρθρο 189 παράγραφος 1, λέει ότι «η γενική συνέλευση του μοναδικού μετόχου υιοθετεί τον εσωτερικό κανονισμό». Ο Υπουργός Οικονομικών το κάνει αυτό.

Στο άρθρο 190 παράγραφος 2, λέει ότι «η γενική συνέλευση εγκρίνει τον εσωτερικό κανονισμό».

Είπε χθες ο κ. Βορίδης, «50% για το χρέος» μάλιστα «50% για την ανάπτυξη» και τι λέει το άρθρο 202, για την ανάπτυξη; «Ότι αποτελεί αναπτυξιακή πολιτική η επένδυση στα ίδια τα περιουσιακά στοιχεία αυτής της εταιρίας». Δηλαδή παίρνουμε τα λεφτά, κάνουμε επένδυση στα περιουσιακά στοιχεία, τους δίνουμε αξία και μετά πουλάμε. Αυτό είναι; αναρωτιέται ο κ. Βορίδης. Νομίζω ότι έχω μετρήσει σε τέσσερις γραμμές, πέντε λάθη, που νομίζω, ότι είναι ρεκόρ ακόμα και για σας, κύριε Βορίδη.

Απαντάω, λοιπόν ότι οι όποιες επενδυτικές αποφάσεις στις εταιρείες και των θυγατρικών, λαμβάνονται σύμφωνα με την επενδυτική πολιτική του Ταμείου, η οποία εγκρίνεται από το ελληνικό δημόσιο.

Οι επενδύσεις σε περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας, είναι μόνο η μια πλευρά των παρεχόμενων δυνατοτήτων, η άλλη σημαντική πλευρά, η οποία σκοπίμως αποσιωπάται, είναι οι επενδύσεις που έχουν ως στόχο την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας και αφορούν σημαντικούς τομείς, από πλευράς κυβερνητικής πολιτικής, οι οποίες εγκρίνονται από το μοναδικό μέτοχο, αλλά και οι επενδύσεις στα περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας αποσκοπούν στην αύξηση της αξίας τους, όχι μόνο για να πουληθούν, αλλά για την αύξηση των εσόδων, για τη διαχείρισή τους και γενικότερα κάθε είδους αξιοποίησης.

Κυρίες και κύριοι, 

επιτρέψτε μόνο να το κλείσω αυτό με μια πρόταση. Διόρθωσα πάρα πολλά πράγματα, που ειπώθηκαν χθες και σήμερα. Θεωρώ ότι έχουμε πράγματα να συζητήσουμε για το Ταμείο.

Θα ήθελα στην Ολομέλεια, να μην τα επαναλάβετε, να ξαναδιαβάσετε την ομιλία μου, να τη συγκρίνετε με το τι υπάρχει στο νομοσχέδιο και να μην πείτε ξανά, ότι τα πουλάμε όλα στους ξένους, ότι το Εποπτικό Συμβούλιο είναι η Διοίκηση, ότι οι επενδύσεις δεν γίνονται μόνο εντός του Ταμείου, ότι δεν επενδύουμε στην ανάπτυξη της χώρας και όλα αυτά που έχουμε ακούσει.

Τώρα, μια κουβέντα για τη μεγάλη μεταρρύθμιση, που είναι για την αυτονομία της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων (ΓΓΔΕ).

Τον Δεκέμβριο, θα θυμάστε ότι υπήρχε ένα action plan, ένα στρατηγικό σχέδιο. Το action plan το είχε ετοιμάσει ο κ. Αλεξιάδης, που έκανε πολλή δουλειά για το πώς θα είναι ανεξάρτητος αυτός ο θεσμός και δημιουργήθηκε ο νόμος πάνω σε αυτό το action plan. Προφανώς, είναι ένας νόμος που έχει θετικά και αρνητικά, έχουμε προσπαθήσει όμως, πάνω στο action plan του κ. Αλεξιάδη, να δημιουργήσουμε μια σαφή διαφοροποίηση μεταξύ του εκτελεστικού και του νομοθετικού έργου. Δηλαδή, η φορολογική πολιτική, πόσο προοδευτική θα είναι, πόσους συντελεστές θα έχουμε, πως θα αντιμετωπίσουμε τη φοροδιαφυγή, μένει στο Υπουργείο και  η είσπραξη των εσόδων γίνεται από την ανεξάρτητη αρχή.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, τουλάχιστον κάποια αυτογνωσία. Ήταν αναγκαίο να είναι τόσο αυτόνομη από τους ανθρώπους που διοικούσαν αυτή τη χώρα για 40 και 50 χρόνια και λέγανε, «κύριε γραμματέα κοιτάξτε τον άλφα, αλλά μη κοιτάξετε το βήτα γιατί είναι φίλος μας». Γι’ αυτό έχει γίνει τόσο ανεξάρτητη, γιατί υπήρχε μια πρακτική ίσως παραπάνω από πενήντα χρόνια, εκατό χρόνια, που ήταν «όπλο» του Υπουργού Οικονομικών να λέει ποιόν να ελέγχει και ποιόν να  μην ελέγχει.

Άρα, πάει πολύ να μας λέτε – όπως μας ρώτησαν οι καλοί συνάδελφοι του ΠΑ.ΣΟ.Κ.- αν το εγκρίνουμε εμείς. Δεν το εγκρίνω τελείως, δεν θα το ήθελα τόσο αυτόνομο, αλλά όταν είμαστε σε αυτή την κατάσταση με τόσο μικρή αξιοπιστία …. Και μη μου πείτε ότι μειώθηκε η  αξιοπιστία στον ένα χρόνο που είναι ο ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση.

Μια κουβέντα για τον μηχανισμό. Πρώτον, δεν είναι της επιλογής μας. Δεύτερον, δεν υπάρχει καμία σοβαρότητα στο επιχείρημα, ότι ο μηχανισμός είναι αποτέλεσμα της κακής διαχείρισης του ΣΥΡΙΖΑ. Ο μηχανισμός έχει επιβληθεί γιατί το ΔΝΤ λέει ότι το συγκεκριμένο πακέτο (μέτρων) θα φτάσει στο 1,5% ενώ  όλοι οι ευρωπαϊκοί θεσμοί και εμείς λέμε ότι θα φτάσει στο 3,5% και αποφάσισαν να κλείσουν τις διαφορές τους ζητώντας το 2%.

Τι έκανε η ελληνική κυβέρνηση; Αρνήθηκε την θεσμοθέτηση μέτρων υπό αίρεση, αρνήθηκε να ψηφίσουμε εκ των προτέρων τα μέτρα και πρότεινε αυτόν το θεσμό. Δεν είναι ο καλύτερος μηχανισμός, που θα μπορούσε να ήταν. Έχει πολλές δικλείδες ασφαλείας. Δηλαδή αμέσως μετά στο προσχέδιο μπορούμε να διορθώσουμε τις κακές οικονομικές επιπτώσεις, αν κρίνουμε ότι πρέπει να είναι και από τη μεριά των δαπανών και από τη μεριά των εσόδων, να γίνει ένα καλύτερο πακέτο, αλλά μην κάνετε ότι δεν καταλαβαίνετε. Ο στόχος του χρόνου για σας θα ήταν 4,5%. Αν δεν πετυχαίνατε το στόχο και είχατε πετύχει 3%, δεν θα λαμβάνατε επιπλέον μέτρα 1,5%; Άρα στο δικό σας πρόγραμμα και στο δικό μας πρόγραμμα που ψηφίσαμε μαζί, υπήρχε στόχος για τα πλεονάσματα και προφανώς, όταν βάζεις στόχο για κάποιο πλεόνασμα, πρέπει να έχεις και μια απάντηση τι θα γίνει αν δεν φτάσεις αυτό το στόχο, τι μέτρα θα πάρεις. Άρα, να συζητήσουμε το μηχανισμό, αλλά να  συζητήσουμε με το ειδικό βάρος που έχει. Και το ειδικό βάρος που έχει, είναι να κάνει πιο ρητά αυτό που  όλοι ξέρουμε, ότι πρέπει να γίνουν διορθωτικές κινήσεις, αν δεν πετύχεις τους στόχους.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, πήρα λίγο περισσότερο χρόνο, αλλά ήθελα να σας ενημερώσω και για τη διαπραγμάτευση και τι μπορούμε να περιμένουμε στις 24 του μηνός. Νομίζω, ότι θα ξέρουμε, σε μια βδομάδα και σε δέκα μέρες ίσως, πόσο καλή ήταν αυτή η συμφωνία. Θα δούμε τι θα πάρουμε στο χρέος, θα δούμε  ποιά θα είναι η πρώτη εκταμίευση και μετά θα δούμε, αν είχε δίκιο ο κ. Μητσοτάκης ή ο κ. Σαμαράς. Γιατί ο κ. Μητσοτάκης είχε την εξυπνάδα όταν χάνει στο πόκερ να μη συνεχίζει να βάζει λεφτά, ότι θα πέσει αυτή η κυβέρνηση. Ο κ. Σαμαράς που ποτέ δεν μαθαίνει από πολιτική, είπε: όχι να παίξουμε και περισσότερο, να βάλουμε όλα τα λεφτά ότι θα πέσει η κυβέρνηση. Πολύ φοβάμαι ότι θα τα χάσετε όλα τα λεφτά σας!