Για το σημαντικό πρόβλημα του ελλείμματος των 22 δις που εμφανίζει ο κρατικός προϋπολογισμός και τη βαριά κληρονομιά που αφήνει για τη φετινή χρονιά, αλλά και για τα επόμενα χρόνια μίλησε σε συνέντευξή στο «ΘΕΜΑ Ράδιο» ο αναπληρωτής τομεάρχης Οικονομικών και βουλευτής Β΄ Πειραιά ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ Τρύφων Αλεξιάδης.
Χαρακτήρισε, αποτυχημένες τις προβλέψεις του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης, όπως και πολύ δύσκολα τα πράγματα για την οικονομία, ιδιαίτερα για τον χώρο των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων. Ειδικότερα για την ενίσχυση ρευστότητας που χρειάζονται τόνισε πως «έχουν απόλυτο δίκιο οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις όταν ζητούν τα χρήματα να δίνονται χωρίς ανισότητες, να μη δίνονται δηλαδή με διαδικασίες που δημιουργούν ανισότητες» αναφέροντας χαρακτηριστικά πως θα πρέπει να επανεξεταστεί πώς «ένα μεγάλο μέρος από την επιστρεπτέα προκαταβολή πήγε σε πολύ μεγάλες επιχειρήσεις» με την εμφάνιση του φαινομένου σε περίοδο πανδημίας, πολλές επιχειρήσεις να αυξάνουν τα τραπεζικά τους διαθέσιμα.
Ο Τρ. Αλεξιάδης τόνισε την ανάγκη ύπαρξης συγκεκριμένων κριτηρίων και λογικής ίσης κατανομής, δηλώνοντας «αν είναι κάποια επιχείρηση να παίρνει χρήματα για να αυξάνει τις τραπεζικές της καταθέσεις, τότε, ας δοθούν σε κάποιαν άλλη που τα χρειάζεται για να λειτουργήσει».
Η ανισοκατανομή βέβαια δεν αφορά μόνο το θέμα της ενίσχυσης των επιχειρήσεων, αλλά διατρέχει όλη την κυβερνητική πολιτική, με χαρακτηριστικό το παράδειγμα που ανέφερε ο Τρ. Αλεξιάδης των δύο μέτρων και δύο σταθμών. Ενώ το πρόστιμο για παραβίαση εργατικής νομοθεσίας σε μικρομεσαία επιχείρηση επιβάλλεται ανά εργαζόμενο και ανά ημέρα και ενώ ίσχυε 500 € πρόστιμο ανά εργαζόμενο σε πλοίο, η κυβέρνηση κατάργησε τη διάταξη και νομοθέτησε για τις εφοπλιστικές επιχειρήσεις το πρόστιμο (1000 €) ανά ημέρα να αφορά το σύνολο των εργαζομένων…
Κλείνοντας, στην ερώτηση περί ανοίγματος της αγοράς και του τουρισμού, απάντησε για την ιδιαιτερότητα του τομέα της εστίασης και την αδυναμία λειτουργίας του με το σύστημα «άνοιξε-κλείσε» που έχει υιοθετήσει η κυβέρνηση, καθώς και την ανάγκη να υπάρξουν ενιαία κριτήρια για την είσοδο στη χώρα, ώστε να μην επαναληφθούν τα λάθη της προηγούμενης χρονιάς, με την ύπαρξη διαφορετικών κριτηρίων, ανάλογα με την πύλη εισόδου στη χώρα.